Skip to main content

ΜΟΝΤΕΛΑ ΜΑΘΗΣΗΣ: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ ΓΙΑ ΦΟΙΤΗΤΕΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ - ΜΑΘΗΣΗ
ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ: ΑΘΗΝΑ Ν. ΜΑΛΑΠΑΝΗ

Μάθηση: Η διαδικασία απόκτησης γνώσεων και εμπειριών που έχει ένα σχετικό μόνιμο αποτέλεσμα, μια σχετικά μόνιμη αλλαγή στη συμπεριφορά του ατόμου. Η μάθηση λοιπόν, παίζει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση πολλών πτυχών της προσωπικότητας του ατόμου. Η μάθηση εξαρτάται από τις προηγούμενες γνώσεις, το υπόβαθρο, τις εμπειρίες , την ιδιοσυγκρασία και το στυλ μάθησης του κάθε μαθητή.
Επηρεάζεται από συγκεκριμένους παράγοντες, οι οποίοι μπορεί να είναι: Ανάγκες, ενδιαφέροντα, διαθέσεις υποκειμένου - Κατάσταση μέσα στην οποία λαμβάνει χώρα η μάθηση - Η διαδικασία μάθησης επηρεάζεται από νευροφυσιολογικούς μηχανισμούς.
Κατά τον H. Roth μάθηση είναι: Η βελτίωση ή απόκτηση νέων μορφών συμπεριφοράς και ικανοτήτων.
Κατά τον R.Gagne μάθηση είναι: Η διαδικασία που υποβοηθάει τους οργανισμούς να τροποποιήσουν τη συμπεριφορά τους σε ένα σχετικό σύντομο χρονικό διάστημα και με ένα μόνιμο τρόπο, ώστε η ίδια τροποποίηση ή αλλαγή να μην επαναλαμβάνεται σε κάθε νέα περίπτωση.

Συπεριφορισμός: Μάθηση είναι τροποποίηση της συμπεριφοράς ή αντικατάσταση της υφιστάμενης από μία νέα. Πρόδρομος αυτής της σχολής ο I. Pavlov Βασικοί εκπρόσωποί της οι J.B. Watson, E.L. Thorndike, και B. F. Skinner.
~ το μόνο που προέχει να γίνει είναι η περιγραφή της συμπεριφοράς και όχι η εξήγησή της.
Βασική άποψη των συμπεριφοριστών είναι ότι η μάθηση και η απόκτηση της γνώσης είναι αποτέλεσμα συνεξαρτήσεων ανάμεσα στα ερεθίσματα (Ε) που δέχεται το άτομο από το περιβάλλον του και στις αντιδράσεις του (Α). Δεν ενδιαφέρεται για την εσωτερική (τη νοητική) λειτουργία των υποκειμένων.
Η συνδετική θεωρία μάθησης του Ε.Thorndike: Θεωρεί τη σχέση μεταξύ εξωτερικού ερεθίσματος και αντίδρασης ως ένα νευρικό δεσμό, «μία σύνδεση». Η επιθυμητή γνώση επιτυγχάνεται με την επανάληψη των επιτυχημένων αντιδράσεων, μέσω της τυχαίας επιτυχίας και την αποφυγή των λαθεμένων ενεργειών.
~ Η «πρακτική και η εξάσκηση» είναι αναγκαίες αλλά όχι ικανές μέθοδοι. Εφαρμόζονται κυρίως στην εκμάθηση της πληροφορικής και στην κατάκτηση των τεχνολογικών δεξιοτήτων, αλλά και στα μαθηματικά και τις θετικές επιστήμες. Ωστόσο, σε κάθε περίπτωση αυτή η μέθοδος δεν είναι επαρκής.
Χαρακτηριστικό της μάθησης κατά τον Skinner είναι η έμφαση που δίνει στο ρόλο της ενίσχυσης. Η συμπεριφορά που ακολουθείται από μία θετική ενίσχυση έχει μεγαλύτερες πιθανότητες να επαναληφθεί και να γίνει προϊόν μάθησης.
Η συντελεστική μάθηση του Skinner σε συνδυασμό με τη μάθηση με δοκιμή και πλάνη του Thorndike οδήγησαν στη δημιουργία της προγραμματισμένης διδασκαλίας. Οι βασικές της αρχές είναι: 1. Η προσφορά της ύλης σε μικρά βήματα 2. Η ενίσχυση της επιθυμητής συμπεριφοράς των μαθητών με την άμεση γνωστοποίηση του σωστού-λάθους.
Οι διαπιστώσεις του Skinner ενίσχυσαν τις προσπάθειες για σαφή αντικειμενικό καθορισμό των στόχων της διδασκαλίας, ώστε κάθε εκπαιδευτικός να προσδιορίζει τι είδους συμπεριφορά επιδιώκει να πετύχει από τους μαθητές του.
Ο άνθρωπος καθημερινά καταγράφει δεδομένα (πληροφορίες), τα οποία συνεχώς επαυξάνει, συνθέτοντας κάθε στιγμή έναν ορισμένο γνωστικό πλούτο. Ταυτόχρονα λειτουργεί η διαδικασία της λήθης, η οποία δημιουργεί νέες δυνατότητες καταγραφών. Με την επεξεργασία των προσλαμβανομένων πληροφοριών ο άνθρωπος δημιουργεί νέες γνώσεις.
Κάποιες από τις πληροφορίες και τις γνώσεις που αποκτώνται καταγράφονται στη βραχύχρονη μνήμη (δηλαδή το άτομο τις θυμάται για σύντομο χρονικό διάστημα), ενώ κάποιες άλλες στη μακρόχρονη μνήμη (δηλαδή το άτομο τις θυμάται για μεγάλο χρονικό διάστημα).
Στάδια: Παρότρυνση για απόκτηση της γνώσης - σύλληψη της γνώσης (κεντρίζει την προσοχή του ατόμου) - απόκτηση (αποκωδικοποιείται και καταγράφεται στη βραχυχρόνια μνήμη) - συγκράτηση (καταγραφή στη μακροχρόνια μνήμη) - ανάκληση των πληροφοριών όποτε χρειάζεται - γενίκευση και εκτέλεση (εφαρμογή των αποθηκευμένων πληροφοριών όπου και όποτε χρειάζεται για την επίλυση προβλημάτων) - επανατροφοδότηση (ενίσχυση της μνήμης)

Αναπτυξιακή θεωρία Jean Piaget: Προσπάθησε να ερμηνεύσει την εξέλιξη των νοητικών ικανοτήτων του παιδιού και του εφήβου και να αναλύσει τις διαδικασίες που πραγματοποιούνται κατά τη μετάβαση του ατόμου από το ένα στάδιο της νοητικής ανάπτυξης στο άλλο.
Η διανοητική ανάπτυξη είναι η απόκτηση νέων γνωστικών ικανοτήτων που δεν υπήρχαν πριν. Η απόκτηση νέων ικανοτήτων δεν προκύπτει από την ποσοτική αύξηση των δεξιοτήτων, αλλά από την ποιοτική αλλαγή της δομής της σκέψης.
Η οργάνωση: αναφέρεται στην ικανότητα των οργανισμών να οργανώνουν τις ψυχολογικές και σωματικές δυνατότητές τους σε συστήματα που τους επιτρέπουν να ανταποκρίνονται καλύτερα στις απαιτήσεις του περιβάλλοντός τους. n Η προσαρμογή: Η οποία επιτελείται με δύο συμπληρωματικές μεταξύ τους διαδικασίες την Αφομοίωση και την Συμμόρφωση.
Αφομοίωση είναι η διαδικασία με την οποία ο οργανισμός χρησιμοποιεί μία δομή ή ικανότητα που έχει για να αντιμετωπίσει προβλήματα του περιβάλλοντος. Επίσης ενσωματώνει τις εμπειρίες που αντλεί από το περιβάλλον στα ήδη υπάρχοντα σχήματα.
Συμμόρφωση είναι η διαδικασία κατά την οποία τροποποιεί τις προηγούμενες γνωστικές δομές προκειμένου να συμπεριλάβει νέες εμπειρίες.
Η προσαρμογή είναι μία ισορροπία ανάμεσα στην αφομοίωση και την συμμόρφωση. Στην περίπτωση που δεν μπορεί να προσαρμοσθεί στο περιβάλλον με τη διαδικασία της αφομοίωσης δημιουργείται μία κατάσταση ανισορροπίας. Τότε οι δομές του ατόμου αλλάζουν ή αναπτύσσονται νέες με τη διαδικασία της συμμόρφωσης. Η νοητική ανάπτυξη είναι η μετάβαση από καταστάσεις ανισορροπίας σε καταστάσεις ισορροπίας. Η αποκατάσταση σημαίνει τη μετάβαση του ατόμου σε ένα ανώτερο νοητικό επίπεδο.
Τα στάδια ανάπτυξης κατά τον Piaget είναι: 1. Το αισθησιοκινητικό στάδιο (0-2) χρόνων 2. Το προσυλλογιστικό ή προλογικό στάδιο (2-7) χρόνων 3. Η συλλογιστική περίοδος (7-13) χρόνων 4. Τα στάδιο των τυπικών λογικών πράξεων, η περίοδος της αφαιρετικής σκέψης (13 χρόνων και άνω)
Η διδασκαλία πρέπει να προσαρμόζεται στο επίπεδο νοητικής κατάστασης του κάθε μαθητή. Η μάθηση δεν μεταδίδεται αλλά οικοδομείται. Η διδασκαλία πρέπει να είναι ενεργητική συνεργασία μεταξύ δασκάλου και μαθητή και των μαθητών μεταξύ τους. Η εκπαίδευση δεν πρέπει να στοχεύει στην αύξηση των γνώσεων αλλά στη δημιουργία ικανοτήτων στο μαθητή να ανακαλύπτει και να επινοεί.
Η μέθοδος μέσω ανακάλυψης J. Bruner: Η μάθηση των μαθηματικών απαιτεί την ενεργή συμμετοχή του μαθητή και την ανακατασκευή της γνώσης μέσω της ανακάλυψης. Η διδασκαλία των μαθηματικών θα πρέπει να αποβλέπει στη καλλιέργεια της διαισθητικής σκέψης των μαθητών.
Η μέθοδος της ανακάλυψης επιτρέπει στους μαθητές να μαθαίνουν πώς να μαθαίνουν.
Η συγκίνηση της ανακάλυψης αποτελεί ισχυρό κίνητρο για μάθηση και ουσιαστική ανταμοιβή για την δημιουργική εργασία του μαθητή.

 

ψυχολογία, παιδοψυχολογία, ψυχολογεφήβου., μάθηση, μοντέλαμάθησης, μαθησιακάμοντέλα, μαθησιακέςδυσκολίες, συμπεριφορισμός, νοητικάσχήματα, νοητικέςδομές, νοητικέςδεξιότητες

  • Δημιουργήθηκε στις
  • Τελευταία ενημέρωση στις
  • Προβολές: 1939