Skip to main content

ΓΝΩΣΤΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ: ΑΝΤΙΛΗΨΗ (ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ ΓΙΑ ΦΟΙΤΗΤΕΣ)

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ ΓΙΑ ΦΟΙΤΗΤΕΣ - ΓΝΩΣΤΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ
ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ: ΑΘΗΝΑ Ν. ΜΑΛΑΠΑΝΗ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4ο: ΓΝΩΣΤΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ
Η γνωστική ψυχολογία είναι ο κλάδος της ψυχολογίας που μελετά τον ανθρώπινο εγκέφαλο και τον τρόπο λειτουργίας του, καθώς θεωρεί ότι η ανθρώπινη συμπεριφορά δεν εξαρτάται μόνο από τα ερεθίσματα του εξωτερικού περιβάλλοντος, αλλά και από τις εσωτερικές νοητικές διεργασίες.
Πιο συγκεκριμένα, μελετώνται:
i. Η ικανότητα αναπαράστασης του περιβάλλοντος μέσα από νοητικά σχήματα
ii. Η ικανότητα του χειρισμού αυτών των νοητικών σχημάτων ή αναπαραστάσεων, αλλά και των αλλαγών τους
iii. Η ικανότητα αξιοποίησης των αποτελεσμάτων της γνωστικής διαδικασίας

Αναπαραστάσεις: Οι γνωστικοί ψυχολόγοι προσπαθούν να διερευνήσουν τον ανθρώπινο εγκέφαλο και την ανθρώπινη συμπεριφορά μέσα από σύμβολα, τις λεγόμενες αναπαραστάσεις. Οι αναπαραστάσεις αποτελούνται από σύμβολα ή σημεία, τα οποία κάτι αντιπροσωπεύουν στον εξωτερικό κόσμο. Αυτό που μπορεί να αντιπροσωπεύουν είναι μια ιδέα ή μια πράξη ή ένα αντικείμενο, αλλά και οι σχέσεις που μπορεί να αναπτύσσονται ανάμεσα σε πράξεις, ιδέες, αντικείμενα.
Αναπαραστάσεις: Εσωτερικές (π.χ. νοητικές αναπαραστάσεις, όπως οι διάφορες σκέψεις μας και οι συλλογισμοί μας) και εξωτερικές (π.χ. γλώσσα ~ αποτελείται από σημεία/σύμβολα που σχετίζονται μεταξύ τους και διαμορφώνουν λέξεις με κάποια σημασία)
Προτασιακές αναπαραστάσεις: Αναπαραστάσεις που διαμορφώνονται με σημεία/σύμβολα παρόμοια με τη γλώσσα που συνδέονται με κάποια σχέση μεταξύ τους και εκφράζονται μέσα από τη γλώσσα. Οι προτασιακές αναπαραστάσεις είναι τα παραδείγματα κατηγορηματικού συλλογισμού και αποτελούν τα λεγόμενα επιχειρήματα.
Αναλογικές αναπαραστάσεις: Έννοιες και σύμβολα που αναπαρίστανται ως εικόνες στο μυαλό μας. Αντιθέτως, οι προτασιακές αναπαραστάσεις δεν απεικονίζονται ως εικόνες στο μυαλό μας, δεν έχουν καμία σχέση με τις αισθήσεις μας (οπτική, ακουστική αίσθηση και αφή).
Οι προτασιακές και αναλογικές αναπαραστάσεις εξαρτώνται από τα λεγόμενα νευρωνικά δίκτυα του εγκεφάλου ή τα μοντέλα της παράλληλης κατανεμημένης επεξεργασίας, δηλαδή το σύμπλεγμα των νευρώνων (των νευρικών κυττάρων) που υπάρχουν στον φλοιό του εγκεφάλου.
Θεωρία Επεξεργασίας Πληροφοριών: Ο ανθρώπινος εγκέφαλος δέχεται ένα ερέθισμα από το εξωτερικό περιβάλλον του. Αυτό το ερέθισμα ενεργοποιεί την προσοχή και στη συνέχεια, την αντίληψη του ατόμου. Κατόπιν, ενεργοποιείται η σκέψη και τέλος, λαμβάνεται μια απόφαση που οδηγεί στην αντίδραση του ατόμου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5ο: ΑΝΤΙΛΗΨΗ
Αντίληψη, είναι η διαδικασία ερμηνείας των πληροφοριών/των ερεθισμάτων που εισέρχονται στον εγκέφαλο μέσω των αισθητήριων οργάνων με στόχο τη σχηματοποίηση αντικειμένων, ήχων, εικόνων, γενικότερα νοητικών αναπαραστάσεων (νοητικών σχημάτων κατά τον Piaget). Πολλοί νομίζουν ότι τα αισθητήρια όργανα προσφέρουν στον εγκέφαλο ένα πιστό αντίτυπο του εξωτερικού κόσμου. Η άποψη αυτή ανάγεται στον αρχαίο Έλληνα φιλόσοφο Δημόκριτο. Ωστόσο, ο Johannes Muller αντιπρότεινε ότι τα οπτικά, ηχητικά, οσφρητικά ερεθίσματα που εισέρχονται μέσω των αισθητήριων οργάνων στο νευρικό σύστημα και μέσω αυτού στον εγκέφαλο ερμηνεύονται ως διαφορετικά είδη και με διαφορετικό τρόπο σε κάθε άτομο.
Υπάρχουν έξι βασικές αισθήσεις (όραση, ακοή, όσφρηση, γεύση, αφή, κιναίσθηση ή ιδιοδεκτικότητα, δηλαδή η εσωτερική αντίληψη για το σώμα μας και το πώς αντιλαμβανόμαστε τις κινήσεις των μυών και των αρθρώσεών μας), κάθε μία από τις οποίες είναι υπεύθυνη για να μετατρέψει το κάθε ερέθισμα σε αντιλήψεις. Κάθε αίσθηση αντιδρά διαφορετικά στα ποικίλα ερεθίσματα που δηλώνονται. Οι ψυχολόγοι λοιπόν, ενδιαφέρονται να κατανοήσουν τη λειτουργία των αισθητήριων οργάνων ώστε να κατανοήσουν πώς αντιλαμβανόμαστε την πραγματικότητα.
Η ψυχοφυσιολογική έρευνα μελετά τη σχέση ανάμεσα στη φυσική ενέργεια, στο περιβάλλον και την ψυχολογική εμπειρία αυτής της ενέργειας. Έτσι, η έρευνα αυτή έχει δείξει ότι η αντίληψη ενός ερεθίσματος εξαρτάται όχι μόνο από τη φυσική του ενέργεια, αλλά και από την ευαισθησία των ανθρώπων και τα κριτήρια αντίδρασής τους. Ωστόσο, ποικίλουν οι τρόποι με τους οποίους οι άνθρωποι δέχονται και οργανώνουν αυτά τα ερεθίσματα.
Νόμος του Weber: Ένας από τους παλαιότερους νόμους της ψυχολογίας. Δηλώνει την ακριβή περιγραφή της σχέσης που υπάρχει ανάμεσα στην ένταση του ερεθίσματος και στην ικανότητά μας να αντιλαμβανόμαστε την αλλαγή στο μέγεθός του. Η μικρότερη διακριτή διαφορά ονομάζεται όριο διαφοράς ή μόλις διακριτή διαφορά (μδδ).
Δύο τρόποι οργάνωσης των ερεθισμάτων είναι η σχέση μορφής-φόντου και η ομαδοποίηση.
Α) Σχέση μορφής-φόντου: Η αντίληψη κάθε αντικειμένου ως ολότητας αποτελεί τη μορφή. Το φόντο είναι ό,τι το περιβάλλει. Η διάκριση ανάμεσα στη μορφή και το φόντο είναι δουλειά του αντιληπτικού μας συστήματος. Η δουλειά αυτή δεν είναι πάντα εύκολη, καθώς πολλές φορές μπερδεύουμε τη μορφή (το αντικείμενο) με το φόντο (το περιβάλλον του).
Β) Ομαδοποίηση: Η αντιληπτική ικανότητα των ανθρώπων να ομαδοποιούν και να οργανώνουν κοινά χαρακτηριστικά κάποιων αντικειμένων και να τα εντάσσουν σε όμοιες κατηγορίες. Τα κριτήρια που χρησιμοποιεί το αντιληπτικό σύστημα για να οργανώσει τα διάφορα κοινά χαρακτηριστικά των αντικειμένων είναι τα εξής:
Εγγύτητα: Όσο πιο κοινά είναι τα διάφορα αντικείμενα/γεγονότα τόσο πιο εύκολο είναι να ομαδοποιηθούν.
Ομοιότητα: Παρόμοια στοιχεία γίνονται αντιληπτά ως μέρος της ομάδας. Π.χ. άνθρωποι με ίδιο χρώμα δέρματος ανήκουν στην ίδια φυλή.
Συνέχεια: Ερεθίσματα που εμφανίζονται με μια συνέχεια μπορούν να ομαδοποιηθούν εύκολα.
Εγκλεισμός: Οι άνθρωποι έχουν ανάγκη να συμπληρώνουν, να ολοκληρώνουν ατελή σχήματα.
Υφή: Κοινή υφή αντικειμένων/ερεθισμάτων εντάσσονται εύκολα στην ίδια ομάδα.
Απλότητα: Η ομαδοποίηση των ερεθισμάτων γίνεται με τέτοιον τρόπο ώστε να απλοποιείται ο κόσμο. Άλλωστε, ο άνθρωπος επιθυμεί μέσα από την ομαδοποίηση να κάνει τον κόσμο ευκολότερο και απλούστερο και να τον κατανοήσει καλύτερα.
Κοινή τύχη: Ομάδες αντικειμένων/ερεθισμάτων που κινούνται με την ίδια ταχύτητα και προς την ίδια κατεύθυνση συνήθως ομαδοποιούνται. Π.χ. ένα κοπάδι πτηνών που πετούν με την ίδια ταχύτητα και προς την ίδια κατεύθυνση.
Κοινή περιοχή: Στοιχεία που τοποθετούνται στην ίδια περιοχή, μέσα στα ίδια όρια, τείνουν να ομαδοποιηθούν.

Αντιληπτική σταθερότητα, ονομάζεται η ικανότητα του αντιληπτικού μας συστήματος να μπορεί να αντιλαμβάνεται κάποια αντικείμενα λαμβάνοντας υπόψη τα βασικά, σταθερά χαρακτηριστικά τους παρόλο που υπάρχουν επιμέρους διαφορές και διαφοροποιήσεις (π.χ. ως προς το χρώμα, το σχήμα, το μέγεθος κτλ.) Για παράδειγμα, με τον όρο “τραπέζι” εννοείται κάθε τραπέζι, δηλαδή κάθε είδους επίπλου που έχει συνήθως 4 πόδια και χρησιμοποιείται για να διευκολύνει κάποιες καθημερινές ανάγκες μας, όπως το να ακουμπάμε αντικείμενα πάνω σε αυτό ή να τρώμε ή να χρησιμοποιείται για διακοσμητικούς λόγους. Ωστόσο, τα τραπέζια έχουν ποικίλα μεγέθη (μικρότερα ή μεγαλύτερα) ή σχήματα (π.χ. τετράγωνα, ορθογώνια μακρόστενα και κυκλικά τραπέζια) ή διαφοροποιήσεις σε υλικά κατασκευής (π.χ. ξύλινα ή μεταλλικά ή γυάλινα) ή σε χρώματα.
Ωστόσο, το αντιληπτικό μας σύστημα μπορεί να παραπλανηθεί για πολλούς λόγους και με πολλούς και διάφορους τρόπους. Πρόκειται για τις λεγόμενες αντιληπτικές πλάνες.
Θεωρίες που εξηγούν πώς μπορούμε να οδηγηθούμε σε αντιληπτική πλάνη
Θεωρία του Richard Gregory για τις πλάνες: Η θεωρία αυτή αναφέρει ότι οι διαδικασίες που παράγουν τη σταθερότητα μεγέθους στα τρισδιάστατα αντικείμενα μεταφέρονται εσφαλμένα στα δισδιάστατα αντικείμενα. Έτσι, γίνονται το αίτιο δημιουργίας μιας αντιληπτικής πλάνης.
Η αναγνώριση των αντικειμένων είναι μια πολύπλοκη διεργασία που επηρεάζεται από πολλούς παράγοντες, όπως το είδος των αισθητηριακών ερεθισμάτων και οι προϋπάρχουσες γνώσεις του ατόμου που μπορούν -και πρέπει- να χρησιμοποιηθούν για να χτιστεί η γενικότερη γνώση του ατόμου. Οι διαδικασίες επεξεργασίας των ερεθισμάτων μπορεί να είναι είτε από πάνω προς τα κάτω είτε από κάτω προς τα πάνω.
Η θεωρία της άμεσης αντίληψης του Gibson: Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία, η αντίληψη δεν είναι μια διαδικασία που συμβαίνει από μόνη της, αλλά μέσα σε ένα περιβάλλον πλούσιο από ερεθίσματα. Στην καθημερινότητά μας, η αντίληψη είναι μια γρήγορη και άμεση διαδικασία που συμβαίνει γρήγορα ώστε να βοηθήσει τον άνθρωπο να προσαρμοστεί το συντομότερο δυνατόν στο περιβάλλον του. Τα αντικείμενα εντάσσονται σε ένα περιβάλλον (φόντο) που είναι πλούσιο από διάφορα ερεθίσματα και πληροφορίες (π.χ. χρωματισμούς, υφή, φωτισμός κτλ.), τα οποία μεταβάλλονται διαρκώς καθώς προχωράμε. Ωστόσο, οι συνθήκες αυτές δεν είναι εργαστηρίου, αλλά του φυσικού περιβάλλοντος. Έτσι, μιλάμε για την οικολογική θεωρία της αντίληψης.
Μέθοδος προτίμησης κοιτάγματος: Τα άτομα -ακόμη και από τη βρεφική τους ηλικία- δείχνουν προτιμήσεις σε κάποια ερεθίσματα που θέλουν να κοιτάξουν, ενώ κάποια άλλα δεν τα προτιμούν. Για παράδειγμα, τα βρέφη διακρίνουν τις διαφορές ανάμεσα σε πολύπλοκα ερεθίσματα και προτιμούν τα πολύπλοκα ερεθίσματα και σχήματα από ό,τι τα πιο απλά.
Φαινόμενο της εξοικείωσης: Παύουμε να κοιτάμε αντικείμενα, σχήματα και ερεθίσματα τα οποία έχουν πολλές ομοιότητες, οπότε θεωρούνται όμοια ή έστω παρόμοια. Όταν ένα ερέθισμα εμφανίζεται ως διαφορετικό και δεν είναι σύνηθες στο μάτι του ατόμου, το άτομο συνεχίζει να το κοιτά. Αυτό είναι το αντίθετο από την εξοικείωση, δηλαδή το φαινόμενο της μη εξοικείωσης (ισχύει και για τα νεογέννητα βρέφη).

 

acwa, εκπαιδευση, education, educational, #γνωστικηψυχολογία, #αντίληψη, #αναπαραστάσεις, #αντιληπτικέςπλάνες

  • Δημιουργήθηκε στις
  • Προβολές: 2413