Ἀριστοτέλους, Ἠθικά Νικομάχεια και Πολιτικά: Πραγματολογικά σχόλια
Ἀριστοτέλους, Ἠθικά Νικομάχεια
Πραγματολογικά Σχόλια
Ενότητα 1η
Ο Αριστοτέλης πιστεύει ότι η ψυχή του ανθρώπου είναι διττής φύσης, δηλαδή αποτελείται από το λόγον ἔχον μέρος (τη λογική) και από το ἄλογον ἔχον μέρος. Η αρετή σχετίζεται και με τις διανοητικές αρετές (τη λογική), αλλά και με τις ηθικές αρετές του ανθρώπου. Αυτό συμβαίνει διότι ο άνθρωπος πρέπει να χρησιμοποιήσει τη λογική του, το μυαλό του και τις διανοητικές του ικανότητες ώστε να αντιληφθεί το πραγματικό νόημα της αρετής και να διαλέξει αν θέλει να εκπαιδευτεί σε αυτήν. Ωστόσο, η αρετή σχετίζεται και με την ηθική του ατόμου, δηλαδή το ἔθος, καθώς σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, το ἦθος και το ἔθος συνδέονται τόσο ετυμολογικά όσο και εννοιολογικά. Πιο συγκεκριμένα, η ηθική του ατόμου αναπτύσσεται, διαμορφώνεται και καλλιεργείται ανάλογα με τις συνήθειες, τις ἔξεις, στις οποίες το άτομο εκτίθεται και εντριφεί σε όλη την πορεία της ζωής του. Αν λοιπόν, το άτομο έχει επιδοθεί σε καλές συνήθειες, νοοτροπίες και συμπεριφορές, τότε μπορεί να καλλιεργήσει την αρετή και να γίνει ενάρετος άνθρωπος και χρηστός πολίτης. Αν όμως, έχει εθιστεί σε κακές νοοτροπίες και συμπεριφορές, τότε δεν καλλιεργεί μία θετική ηθική και δεν μπορεί να αποβεί χρήσιμος και ενάρετος πολίτης.
Επομένως, η κατάκτηση και η εξάσκηση στην ηθική αρετή συνδέεται άρρηκτα με το έθος, τον εθισμό σε συγκεκριμένες συμπεριφορές και νοοτροπίες, άρα τις συνήθειες που διαμορφώνει το άτομο και τις ενσυνείδητες επαναλήψεις σε έναν συγκεκριμένο τρόπο ζωής, σκέψης και συμπεριφοράς.
Οπότε, αυτός ο συλλογισμός του Αριστοτέλη αποδεικνύει ότι η ηθική αρετή (και γενικώς, η αρετή) δεν είναι έμφυτη στον άνθρωπο, αλλά καλλιεργείται και αναπτύσσεται εάν το άτομο ασκηθεί σε αυτήν και την αυξήσει. Όμοια άποψη διατυπώθηκε και στον Πρωταγόρα του Πλάτωνα, καθώς και ο σοφιστής Πρωταγόρας υποστήριξε ότι μπορεί να δόθηκε η πολιτική αρετή από τον Δία στους ανθρώπους, ωστόσο ο άνθρωπος πρέπει να αγωνιστεί και να προσπαθήσει σκληρά και εντατικά για να την κατακτήσει πλήρως. Μπορεί λοιπόν, η ηθική αρετή να υπάρχει ως φυσική προδιάθεση στον άνθρωπο, αλλά με θέληση και επιμονή το άτομο πρέπει να την καλλιεργήσει και να την εξελίξει. Έτσι, καταρρίπτεται η αριστοκρατική αντίληψη που θεωρεί ότι μόνο οι αριστοκράτες και οι ευγενείς γεννιούνται ενάρετοι και όλοι οι υπόλοιποι δεν μπορούν να κατακτήσουν την αρετή ούτε θα μπορέσουν ποτέ να χαρακτηριστούν ενάρετοι.
Τρόπος διδασκαλίας του Αριστοτέλη (και ο τρόπος πειθούς του): Παραδείγματα ~ ένα σύνηθες μέσο διδασκαλίας, κατανοητό και σαφές για τον μέσο αναγνώστη/ακροατή.
Παραδείγματα από τη φύση (και σε κάποιες άλλες περιπτώσεις και από την καθημερινή ζωή) για να αποδείξει ότι το ἔθος αναπτύσσει το ἦθος, την ηθική.
Όπως ο λίθος πηγαίνει προς τα κάτω και δεν θα μπορέσει ποτέ του να έχει ανοδική πορεία και όπως η φωτιά έχει ανοδική πορεία (προς τον ουρανό), έτσι και οι κατάλληλες συνήθειες διαμορφώνουν την αρετή του ατόμου.
Επιπλέον, αυτά τα παραδείγματα – συλλογισμοί μαρτυρούν ότι η αρετή είναι έμφυτη στον άνθρωπο, αλλά χρειάζεται και τη δική του προσπάθεια και εξάσκηση για να εκδηλωθεί και να καλλιεργηθεί σωστά.
Επίσης, αυτά τα παραδείγματα αποδεικνύουν ότι η πορεία της πέτρας και της φωτιάς δεν μπορούν να μεταβληθούν, γιατί είναι εκ φύσεως. Όμως, στις ιδιότητες και τις συμπεριφορές των ανθρώπων μπορούν να υπάρξουν μεταβολές, γεγονός που αποδεικνύει ότι αν το άτομο εθιστεί σε σωστές συμπεριφορές και εάν αναπτύξει υγιείς εθισμούς μπορεί να κατακτήσει την αρετή. Η αρετή λοιπόν, δεν είναι τελείως αποκομμένη από τη φύση του ανθρώπου, αλλά συνδέεται με αυτήν. Ωστόσο, χρειάζεται η προσωπική προσπάθεια του ατόμου για να την καλλιεργήσει και να την εφαρμόζει πάντα στη ζωή του. Επομένως, η καλλιέργεια και η κατάκτηση της αρετής αποτελεί μια δυναμική διαδικασία.
Τελεολογική θεωρία του Αριστοτέλη: Για κάθε τι υπάρχει ένα τέλος, δηλαδή σκοπός. Η ηθική του ανθρώπου είναι τελεολογική, δηλαδή ο άνθρωπος έχει τη βιολογική προδιάθεση να καλλιεργήσει την αρετή και αυτό πρέπει να αποτελεί έναν βασικό του στόχο. Τέλεια κατάσταση είναι αυτή που έχει πραγματοποιήσει κάθε σκοπό της και δεν της λείπει τίποτα, είναι πλήρης. ~ Ἐντελέχεια: Κάθε ον έχει ιδιότητες που από δυνάμει γίνονται ἐνέργειᾳ, δηλαδή ιδιότητες που τις πραγματοποιεί.
Η αρετή μετέχει και στη διανοητικό μέρος της ψυχής του ατόμου, αλλά και στο ηθικό. Η καλλιέργεια μόνο των διανοητικών δυνάμεων του ατόμου το καθιστά σοφό, ένα άτομο πλούσιο σε γνώσεις. Όμως, η αρετή καθιστά το άτομο ενάρετο και κατακτιέται ύστερα από προσωπική επιλογή, αλλά και εξάσκηση, προϋποθέτοντας και τη θέλησή μας, αλλά και το μυαλό μας για να κατακτηθεί και να καλλιεργηθεί, καθώς το άτομο αυτοπροαίρετα (με τη θέλησή του) θα δεχτεί να ασκηθεί σε αυτές τις συνήθειες (ἔξεις) και τις νοοτροπίες που θα το οδηγήσουν στην αρετή.
Οντολογική προσέγγιση του Αριστοτέλη στις λέξεις και τις έννοιες: Θεωρεί ότι οι λέξεις είναι οντότητες, άρα μεταφέρουν ένα βαθύτερο νόημα και έχουν οντολογικό περιεχόμενο. Έτσι, το ἦθος προέρχεται ετυμολογικά από τη λέξη ἔθος, δηλαδή τη συνήθεια, άρα αν το άτομο εθιστεί στις σωστές και κατάλληλες συνήθειες, θα μπορέσει να αναπτύξει και το ήθος του, να κατακτήσει την ηθική αρετή.
Σύμφωνα με τη γλωσσολογία, οι λέξεις αποτελούνται από το σημαίνον και το σημαινόμενον, δηλαδή είναι τους ήχους (φθόγγους) που τις αποτελούν και τη σημασία που φέρουν, το σημασιολογικό φορτίο της κάθε μίας λέξης. Επομένως, ο Αριστοτέλης υποστηρίζει ότι οι λέξεις έχουν μία βαθύτερη σημασία που μας βοηθούν να καταλάβουμε τα διάφορα νοήματα και να εξηγήσουμε τον κόσμο.
Γενικό συμπέρασμα: Ο Αριστοτέλης υποστηρίζει ότι τέλος (σκοπός) του ατόμου είναι η κατάκτηση της ηθικής αρετής. Η αρετή είναι δυνάμει στον άνθρωπο, δηλαδή το άτομο έχει την προδιάθεση να αποκτήσει την αρετή και να γίνει ενάρετο. Ωστόσο, δεν είμαι κάτι απόλυτα έμφυτο και δεν εξαρτάται από τη φύση του ατόμου εν αντιθέσει με τις αριστοκρατικές αντιλήψεις της εποχής. Το άτομο λοιπόν, πρέπει να εθιστεί σε συγκεκριμένες συμπεριφορές ώστε να κατακτήσει την αρετή και στην πράξη εκπληρώνοντας τον σκοπό του.
Ενότητα 2η
Θεμελιώδης αντίθεση στον Αριστοτέλη: δύναμις και ἐνέργεια
Δύναμις είναι η ιδιότητα, η δυνατότητα που έχει ένα ον ή ένα πράγμα ή ο άνθρωπος να πετύχει και να κατακτήσει κάτι.
Ἐνέργεια είναι η πραγματοποίηση, η πραγμάτωση αυτής της δυνατότητας. Η κίνηση και η μετάβαση από το δυνάμει στο ἐνεργείᾳ ονομάζεται ἐντελέχεια, γιατί μόλις η κάθε οντότητα μετατρέψει την δύναμιν σε ἐνέργεια, τότε έχει εκπληρώσει τον σκοπό του.
Δυνάμεις διακρίνονται στις εξής κατηγορίες:
- Υπάρχουν αυτές που βρίσκονται μέσα μας με τη γέννησή μας και συνδέονται με το ἄλογον στοιχείο του ανθρώπου, δηλαδή οι αισθήσεις. Όσο πιο πολύ εξασκούμε τις αισθήσεις, τόσο καλύτερα μαθαίνουμε να τις χρησιμοποιούμε.
- Δυνάμεις που μετατρέπονται σε ἐνέργεια με το ἔθος, τον εθισμό και την ανάπτυξη των ανάλογων συνηθειών.
- Δυνάμεις που συνδέονται με τη μάθηση και αυτές συνδέονται με το λογικό στοιχείο, το λόγον ἔχον μέρος της ψυχής (γνώσεις και διανοητικές δυνατότητες).
- Η διαφορά των αισθήσεων (1η κατηγορία δυνάμεων) με την αρετή (2η κατηγορία) είναι ότι οι αισθήσεις υπάρχουν εκ φύσεως και τις εξασκούμε στην πορεία, αλλά η αρετή, πρώτα πρέπει να εξασκηθεί και μετά, θα κατακτηθεί από το άτομο, αν φυσικά έχει εθιστεί στις ανάλογες συμπεριφορές.
Γενικό συμπέρασμα: Την αρετή την κατακτάμε μόνοι μας μέσα από τον εθισμό, τη συνήθεια σε συγκεκριμένες ενέργειες και συγκεκριμένου τύπου πράξεις και συμπεριφορές.
Παραδείγματα του Αριστοτέλη από την καθημερινή ζωή για να αποδείξει ότι η αρετή κατακτιέται με τις ανάλογες πράξεις και συμπεριφορές. Όπως ο οικοδόμος μαθαίνει και εξασκείται στην οικοδομική, όπως και ο κιθαριστής μαθαίνει και εξασκείται στο παίξιμο κιθάρας, έτσι και εμείς οι άνθρωποι, εάν εξασκηθούμε και συνηθίσουμε να κάνουμε ανδρείες, σώφρονες και δίκαιες πράξεις μπορούμε να καταφέρουμε να κατακτήσουμε την αρετή.
Χρήση α’ πληθυντικού προσώπου (συμπεριληπτικός πληθυντικός): Ο Αριστοτέλης θεωρεί ότι έχει και ο ίδιος ανάγκη τον εθισμό σε συγκεκριμένες πράξεις και συμπεριφορές, ώστε να καλλιεργήσει την αρετή, δεν εξαιρεί τον εαυτό του από αυτή τη διαδικασία.
Ο Αριστοτέλης προσδιορίζει συγκεκριμένα σε αυτό το χωρίο τις πράξεις που πρέπει να κάνουμε ώστε να πετύχουμε την κατάκτηση της αρετής. Πιο συγκεκριμένα, πρέπει να κάνουμε δίκαιες πράξεις για να γίνουμε δίκαιοι, σώφρονες πράξεις για να αποκτήσουμε τη σωφροσύνη και ανδρείες πράξεις για να χαρακτηριστούμε ανδρείοι. Επομένως, συνοψίζει την αρετή στη σωφροσύνη, την ανδρεία και τη δικαιοσύνη. Αυτές οι τρεις ιδιότητες θα λέγαμε ότι συγκροτούν την αρετή. Ωστόσο, αυτές οι πράξεις πρέπει να επιλέγονται και να γίνονται συνειδητά και μάλιστα πολλές φορές (πολλάκις), επαναλαμβανόμενα ώστε το αποτέλεσμά τους να είναι μόνιμο και να αποτελεί πλέον στοιχείο αρετής του ατόμου. ~ Παγίωση συνηθειών και νοοτροπιών που οδηγούν το άτομο στην αρετή.
Ενότητα 3η
Το παράδειγμα του νομοθέτη: Ο νομοθέτης πρέπει, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, να νομοθετεί κατάλληλα ώστε να ωθεί τους ανθρώπους στις πόλεις-κράτη να κάνουν την αρετή από δυνάμει ἐνεργείᾳ κι έτσι, να οδηγηθούν στην τελείωσή τους, στη δική τους ἐντελέχεια και την εκπλήρωση του δικού τους σκοπού (τέλους). Εντούτοις, δεν το πετυχαίνουν αυτό όλοι οι νομοθέτες στον ίδιο βαθμό, για αυτό και μερικά πολιτεύματα είναι καλά, ενώ άλλα είναι φαύλα (ευτελούς ποιότητας). ~ Ο ρόλος του νομοθέτη ισοδυναμεί με τον ρόλο του δασκάλου – εκπαιδευτικού που εκπαιδεύει κατάλληλα το άτομο ώστε να το οδηγήσει στην αρετή.
Ο Αριστοτέλης δεν διακρίνει τα πολιτεύματα σε καλά και κακά, αλλά στα ορθά και στις παρεκβάσεις τους, στις παρεκτροπές και τις αποκλίσεις αυτών. Όλα τα πολιτεύματα τα θεωρεί καλά από τη στιγμή που σκοπός του νομοθέτη είναι η θέσπιση νόμων και η γενικότερη εκπαίδευση των πολιτών ώστε να οδηγηθούν στην κατάκτηση της αρετής. Άρα, η διάκριση των πολιτευμάτων σε ἀγαθά και φαῦλα οφείλεται στην πρόθεση του νομοθέτη να προσφέρει την ανάλογη καθοδήγηση στον πολίτη ώστε να τον οδηγήσει στην κατάκτηση της αρετής. Εάν ο νομοθέτης το προσπαθήσει αυτό σε μεγάλο βαθμό, τότε το πολίτευμα θεωρείται καλό, ἀγαθόν. Εάν όμως δεν καταβάλλει την απαιτούμενη προσπάθεια και παραμελήσει την καλλιέργεια της πολιτικής αρετής στους πολίτες, τότε το πολίτευμα είναι κακής και ευτελούς ποιότητας (φαύλο πολίτευμα).
~ Το άτομο λοιπόν, χρειάζεται την απαιτούμενη εκπαίδευση και καθοδήγηση ώστε να εθιστεί στις ανάλογες συνήθειες και να καλλιεργήσει την αρετή.
~ Όλοι οι πολίτες πρέπει να εξασκηθούν στην αρετή και να την κατακτήσουν με την απαιτούμενη εκπαίδευση και καθοδήγηση, γιατί κανένας δεν ζει και δεν λειτουργεί μόνος του, αλλά στο πλαίσιο της πόλεως. Επομένως, πρέπει όλοι να κατακτήσουν την αρετή για την εύρυθμη λειτουργία όλου του συνόλου.
Γίγνεται - φθείρεται: Βασική αντίθεση στο φιλοσοφικό σύστημα του Αριστοτέλη: Η γέννηση και η φθορά της αρετής υπάγεται στη γενικότερη φιλοσοφική αντίληψη (την οποία είχαν και πολλοί προσωκρατικοί και άλλοι φιλόσοφοι), ότι δηλαδή οτιδήποτε γεννιέται και δημιουργείται, κάποια στιγμή θα φτάσει από το απόγειο στη φθορά. Έτσι, αν ο άνθρωπος δεν εθιστεί στις κατάλληλες πράξεις και συμπεριφορές, δεν θα μπορέσει να κατακτήσει την αρετή. Πιο συγκεκριμένα, όπως οι κιθαριστές που δεν θα μάθουν να παίζουν κιθάρα καλά, δεν θα γίνουν καλοί στην τέχνη τους και όπως και οι οικοδόμοι που δεν θα μάθουν να χτίζουν σωστά, δεν θα τους εμπιστεύονται οι πελάτες τους, έτσι και το άτομο αν δεν εθιστεί στις σωστές συμπεριφορές, δεν θα καταφέρει να καλλιεργήσει και να κατακτήσει την αρετή. Επομένως, δεν αρκεί ο εθισμός σε κάποιες πράξεις και συμπεριφορές, αλλά ο εθισμός στις κατάλληλες πράξεις και συμπεριφορές ώστε να οδηγηθούμε στην αρετή.
Υποθετικό συμπέρασμα: Αν το άτομο εθιστεί στις κατάλληλες πράξεις και συμπεριφορές, τότε μπορεί να κατακτήσει την αρετή. Εντούτοις, υπάρχει και ο κίνδυνος το άτομο να μην εθιστεί στις ανάλογες πράξεις και συμπεριφορές, αλλά σε ευτελείς κι έτσι, να μην πετύχει τον σκοπό του, δηλαδή την κατάκτηση της αρετής. Για αυτόν τον λόγο, κρίνεται απαραίτητη η καθοδήγηση του ατόμου από τον νομοθέτη ή γενικά, τον δάσκαλο ώστε να εθιστεί στις ανάλογες πράξεις και συμπεριφορές και να κατακτήσει την αρετή.
~ Από τη στιγμή που οι νομοθέτες, αλλά και οι δάσκαλοι πρέπει να εκπαιδεύουν το άτομο ώστε να εθιστεί στις ανάλογες συμπεριφορές και να κατακτήσει σταδιακά την αρετή, αυτό αποδεικνύει ότι η αρετή διδάσκεται και ότι δεν είναι εκ φύσεως στον άνθρωπο. Μπορεί να υπάρχει δυνάμει, αλλά για να γίνει ἐνεργείᾳ, χρειάζεται η προσωπική προσπάθεια του ατόμου με την κατάλληλη καθοδήγηση ώστε να μην γίνει κακός πολίτης.
~ Συνδυασμός ηθικής και πολιτικής αρετής, διότι ο νομοθέτης πρέπει να εκπαιδεύει τους πολίτες ώστε να κατακτήσουν την αρετή και να συντελούν στην εύρυθμη λειτουργία του συνόλου, αλλά και να συμβάλει στην ευδαιμονία των πολιτών, που επιτυγχάνεται με την υπακοή στους νόμους και τη διασφάλιση της ασφάλειας των πολιτών.
Πραγματολογικά σχόλια ενότητας 4
Οι συνήθειες (ἔξεις) των ανθρώπων είναι αυτές που τους οδηγούν στην κατάκτηση και καλλιέργεια διάφορων ηθικών αρετών. Ο Αριστοτέλης το αποδεικνύει αυτό με παραδείγματα από την καθημερινή ζωή. Όπως ο εθισμός μας σε δίκαιες πράξεις μας κάνει δίκαιους, ο εθισμός σε άδικες πράξεις μάς κάνει άδικους, ο εθισμός σε γενναίες πράξεις, μας κάνει ανδρείους, ενώ ο εθισμός στον φόβο, μας καθιστά δειλούς, έτσι εθιζόμαστε και μαθαίνουμε ηθικές αρετές.
Το ίδιο συντελεί και στη διαμόρφωση και κατάκτηση των αρετών που σχετίζονται με τα συναισθήματά μας, αυτό που θα αποκαλούσαμε σήμερα συναισθηματική νοημοσύνη. Εάν εθιστούμε να χαλιναγωγούμε τα συναισθήματά μας, γινόμαστε πράοι και σώφρονες. Αντιθέτως, αν συνηθίσουμε να είμαστε έρμαια των επιθυμιών και των παθών μας, γινόμαστε ακόλαστοι και οργίλοι, δηλαδή ευέξαπτοι, οξύθυμοι και άτομα χωρίς όρια και προσωπικούς κανόνες. Άρα, ο Αριστοτέλης επισημαίνει πόσο σημαντική είναι η ηθική πράξη στις διαπροσωπικές σχέσεις του ατόμου.
Μέσα από τις κατάλληλες ηθικές πράξεις διαμορφώνουμε και τις ανάλογες ηθικές αρετές. ~ Πράξεις = Αρετές
Είναι επομένως φανερή η κοινωνική διάσταση της ηθικής αρετής εκτός από την πολιτική της διάσταση. Επομένως, ο Αριστοτέλης θίγει τόσο την πολιτική όσο και την ηθική αρετή και διαπαιδαγωγεί το κοινό του τόσο κοινωνικά – ηθικά όσο και πολιτικά.
Ο Αριστοτέλης ξεκινάει από παραδείγματα της καθημερινότητας για να καταλήξει στο γενικό συμπέρασμα ότι ο εθισμός σε συγκεκριμένες ενέργειες και πράξεις οδηγεί στην κατάκτηση και διαμόρφωση συγκεκριμένων ηθικών αρετών. Επομένως, χρησιμοποιεί επαγωγικό συλλογισμό (από το γενικό στο ειδικό), όπως και ο Σωκράτης χρησιμοποιούσε τους ἐπακτικούς λόγους (την επαγωγική μέθοδο). Αποτελεί λοιπόν, μία προσφιλή συλλογιστική πορεία και τεχνική των φιλοσόφων της αρχαιότητας.
Ο φιλόσοφος χρησιμοποιεί αντιθετικά ζεύγη (π.χ. δίκαιοι - ἄδικοι, ἀνδρεῖοι – δειλοί, σώφρονες καὶ πρᾶοι - ἀκόλαστοι καὶ ὀργίλοι) για να δείξει ότι οι αντιθετικές πράξεις μπορούν να μας οδηγήσουν στη διαμόρφωση τόσο θετικών όσο και αρνητικών συνηθειών. Επομένως, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι δεν αρκεί να έχουμε εθισμό σε συγκεκριμένες πράξεις και συμπεριφορές, αλλά να αποδίδουμε και την ανάλογη ποιότητα στις ενέργειές μας ώστε αυτές να αποβούν λειτουργικές και να οδηγηθούμε σε ηθικές αρετές.
Οὐ μικρόν (σχήμα λιτότητας) – πάμπολυ - μᾶλλον δὲ τὸ πᾶν: Αυτό το σχήμα κλιμάκωσης αποδεικνύει ότι η ποιότητα που αποδίδουμε στις ενέργειές μας είναι πάρα πολύ σημαντική ώστε να μπορέσουμε να κατακτήσουμε τις απαιτούμενες ηθικές αρετές. Επομένως, τόσο ο Αριστοτέλης όσο και ο Πλάτωνας υποστήριζαν ότι η παιδεία οδηγεί στον εθισμό σε κατάλληλες πράξεις, ενέργειες και συμπεριφορές, με αποτέλεσμα το άτομο να κατακτά τις ηθικές αρετές, αλλά και την πολιτική αρετή. Επομένως, η αρετή δεν είναι κάτι έμφυτο ούτε εκ γενετής, αλλά κάτι επίκτητο που κατακτάται μέσα από τη μάθηση, την εκπαιδευτική διαδικασία (παίδευσιν) και την προσωπική προσπάθεια και τον αγώνα του κάθε ατόμου. Ωστόσο, ο Αριστοτέλης φτάνει στην υπερβολή θεωρώντας ότι μόνο ο εθισμός και η διαμόρφωση των ανάλογων ἔξεων μπορούν να οδηγήσουν το άτομο στην κατάκτηση της αρετής. Δεν αποτελεί μόνο ο εθισμός (το ἔθος, η συνήθεια) μέσο εκπαίδευσης και διαπαιδαγώγησης των ατόμων, διότι παίζει ρόλο και το περιβάλλον του καθενός, οι κοινωνικοπολιτικές συνθήκες της εποχής του, τα παραδείγματα και τα ερεθίσματα που λαμβάνει και κατά πόσο τα αφομοιώνει και άλλοι παράγοντες, καθώς η παίδευσις είναι μια πολυπαραγοντική διαδικασία. Ο Αριστοτέλης γενικά έδινε πολύ μεγάλη σημασία στην εκπαίδευση και την αγωγή των ατόμων, γιατί την θεωρούσε βασική προϋπόθεση για την ευδαιμονία.
Η λέξη ἔξις παράγεται από τον μέλλοντα του ρήματος ἔχω. Άρα, η ἔξις είναι η απόκτηση, η κατάκτηση, η κατοχή κάποιων συγκεκριμένων ηθικών αρετών και ποιοτήτων που επέρχονται μέσα από τον εθισμό σε ανάλογες πράξεις και συμπεριφορές. Άρα, για να κατακτήσουμε τις ηθικές αρετές οφείλουμε να εθιστούμε και να συνηθίσουμε σε συγκεκριμένες πράξεις, ενέργειες και συμπεριφορές ώστε να αποκτήσουμε τις απαιτούμενες ηθικές αρετές. Επομένως, η ἔξις είναι η συνήθεια που κατακτάται μέσα από την εξάσκηση και την πρακτική του ατόμου σε ανάλογες ενέργειες. Οπότε οφείλουμε να αποδώσουμε την ανάλογη ποιότητα στις ενέργειες που επιλέγουμε να αποτελούν ἔξεις για εμάς ώστε να κατακτήσουμε τις ανάλογες ηθικές αρετές.
Ενότητα 7η
Η μεσότητα αποτελεί το ἴσον ανάμεσα στο πλεῖον και το ἔλαττον, ανάμεσα σε δύο άκρα, την υπερβολή και την έλλειψη. Εξετάζεται η έννοια αυτή τόσο αντικειμενικά (ἡ κατ’ αὐτό τὸ πράγμα) όσο και υποκειμενικά (πρὸς ἥμᾶς).
Παράδειγμα αντικειμενικών κριτηρίων: Το 10 είναι πολλά, το 2 είναι λίγα, άρα η μεσότητα είναι το 6.
Παράδειγμα υποκειμενικών κριτηρίων: Η ποσότητα φαγητού, καθώς εξαρτάται από τις ανάγκες του οργανισμού του και τη σωματική του διάπλαση. Ο Μίλωνας χρειάζεται μεγάλη ποσότητα φαγητού, γιατί είναι αθλητής, ενώ ο μέσος άνθρωπος δεν πρέπει να τρώει τόσο πολύ. ~ Οι Πυθαγόρειοι και ο Ιπποκράτης θεωρούσαν επίσης τη μεσότητα βασικό στοιχείο για την υγεία, το κάλλος και τη συμμετρία.
Η ηθική αρετή είναι μεσότητα που αποφασίζεται με υποκειμενικά κριτήρια (μέσον δὲ οὐ τὸ τοῦ πράγματος, ἀλλά τὸ πρὸς ἡμᾶς).
Μέσον / μεσότητα ~ σε σχέση με το ίδιο το πράγμα (αντικειμενικά κριτήρια, π.χ. αριθμοί, ποσότητες) ή ~ σε σχέση με τις ανάγκες του καθενός μας (υποκειμενικά κριτήρια)
Άρα, αφού η ηθική αρετή ποικίλει ανάλογα με τις ανάγκες και τα κριτήρια του καθενός μας αποτελεί ένα δύσκολο ζήτημα να καθοριστεί και θεωρείται ένα πολύ προσωπικό θέμα. Επομένως, χρειάζεται ο ορθός λόγος, η λογική για να καθοριστεί η ηθική αρετή και η ἔξις (ο εθισμός) σε συγκεκριμένες συνήθειες που θα μας οδηγήσουν να διαμορφώσουμε και να καλλιεργήσουμε την ηθική αρετή στη ζωή μας.
Επειδή ακριβώς η αρετή χρειάζεται τη μεσότητα, άρα τη λογική, τον ορθό λόγο που θα καθορίσει αυτό το μέσον ανάμεσα στα δύο άκρα, την υπερβολή και την έλλειψη, είναι απαραίτητο ο άνθρωπος να διαθέτει ορθό λόγο και αυτογνωσία ώστε να ορίσει την ηθική αρετή και να μην παρεκκλίνει από αυτήν. Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί ότι η απόκτηση αυτογνωσίας (το λεγόμενο γνῶθι σαυτόν) αποτελεί μία δύσκολη διαδικασία που χρειάζεται ευθυκρισία, ειλικρίνεια, εντατική προσπάθεια και επαγρύπνηση της συνείδησής μας.
Πραγματολογικά σχόλια ενότητας 9
Ο Αριστοτέλης ξεκινά και σε αυτήν την ενότητα με παραδείγματα από την καθημερινή ζωή και εμπειρία για να καταλήξει σε ένα γενικό συμπέρασμα (επαγωγική συλλογιστική πορεία). Όλα τα συναισθήματά μας, τόσο τα θετικά όσο και τα αρνητικά, όπως ο φόβος, το θάρρος, η επιθυμία, η οργή, το έλεος, η ηδονή, η λύπη μπορούν να βιωθούν τόσο σε μικρό όσο και σε μεγάλο βαθμό. Ωστόσο, τίποτα από τα δύο δεν είναι θετικό και καλό, καθώς οι άνθρωποι πρέπει να βρουν και να καλλιεργήσουν τη μεσότητα.
Για να κατακτηθεί η μεσότητα που αποτελεί το ἄριστον, ένα σημαντικό αγαθό για τον άνθρωπο, χρειάζονται οι εξής προϋποθέσεις:
- ὄτε δεῖ, δηλαδή ο χρόνος που πρέπει να βιώσουμε ένα συναίσθημα ή να εκδηλώσουμε μία αρετή
- ἔφ’ οἷς δεῖ, δηλαδή κάτω από ποιες προϋποθέσεις εκφράζουμε ένα συναίσθημα ή επιτελούμε μία πράξη
- πρὸς οὕς, δηλαδή απέναντι σε ποια πρόσωπα εκφράζουμε τα ανάλογα συναισθήματα ή επιτελούμε διάφορες πράξεις και ενέργειες
- οὗ ἔνεκα, δηλαδή για ποιον λόγο και με ποιον σκοπό πρέπει να εκφράσουμε ένα συναίσθημα κάθε φορά ή να επιτελέσουμε μία πράξη ή ενέργεια ή να εκδηλώσουμε μία συμπεριφορά
- ὡς δεῖ, δηλαδή με ποιον τρόπο πρέπει να εκφράσουμε κάθε ένα συναίσθημα ή να επιτελέσουμε μία πράξη
Όχι μόνο με συναισθήματα, αλλά και με πράξεις μπορεί να εντοπιστεί η υπερβολή ή η έλλειψη (που αποτελούν αρνητικά στοιχεία), αλλά και το μέσον (η μεσότητα).
Επομένως, η ηθική αρετή, η οποία σχετίζεται τόσο με συναισθήματα όσο και με πράξεις, χρειάζεται τις ανάλογες προϋποθέσεις για να ασκηθεί και να κατακτηθεί. Η ίδια η ηθική αρετή, αν ασκηθεί κάτω από τις κατάλληλες προϋποθέσεις είναι μία μεσότητα.
Η αρετή σχετίζεται με πράξεις και συναισθήματα που πρέπει να μην διέπονται από υπερβολή ούτε έλλειψη, καθώς αυτό ἁμαρτάνεται και ψέγεται, δηλαδή θεωρείται αστοχία και κατακρίνεται. Αντιθέτως, πρέπει να διέπεται από μεσότητα, καθώς το μέσον ἐπαινεῖται και κατορθοῦται, δηλαδή αποτελεί ένα σημαντικό κατόρθωμα και είναι άξιο επαίνου. Είναι χαρακτηριστικές οι αντιθέσεις ἁμαρτάνεται και ψέγεται και ἐπαινεῖται και κατορθοῦται.
Η αρετή λοιπόν, αποτελεί μία μεσότητα που δεν έχει και δεν πρέπει να έχει καμία σχέση με τα δύο άκρα, την έλλειψη και την υπερβολή. Ταυτόχρονα, αποτελεί το ἄριστον, δηλαδή ένα πολύ σημαντικό αγαθό για τον άνθρωπο και την κοινωνία. Τέλος, η αρετή είναι στοχαστική, δηλαδή για να κατακτηθεί απαιτείται οργάνωση της σκέψης του ατόμου, μεθοδικότητα και υποβολή κάθε πράξης μας σε λογικό έλεγχο ώστε να αποδοθεί ποιότητα σε κάθε ενέργειά μας και να οδηγηθούμε στις σωστές ηθικές αρετές.
Δεῖ: Το πρέπον αποτελούσε βασικό στοιχείο της πολιτικής ζωής της αρχαίας Ελλάδας. Βασικό κύτταρο της πολιτικής οργάνωσης στην αρχαία ελληνική κοινωνία ήταν η πόλις ή πόλη-κράτος. Ο πολίτης αποτελούσε βασικό μέλος της κοινότητας αυτής και όφειλε να υπακούει στο πρέπον, δηλαδή στους γραπτούς και άγραφους νόμους που ρύθμιζαν τη συμπεριφορά, τις πράξεις, τις ενέργειές τους και τη ζωή τους. Επομένως, το πρέπον, το υποχρεωτικό στοιχείο αποτελεί βασικό κριτήριο της ορθότητας των πράξεων του κάθε ανθρώπου – πολίτη. Οπότε, οι αρχαίοι Έλληνες πολίτες έπρεπε να εξασκηθούν στο μέσον, δηλαδή να κατακτήσουν τη μεσότητα ώστε να μπορούν να έχουν την κατάλληλη συμπεριφορά στο πλαίσιο της πόλεως και να συντελούν στην εύρυθμη κοινωνικοπολιτική της λειτουργία. Πέρα από τους γραπτούς και άγραφους νόμους όμως, και η θρησκεία όριζε τους δικούς της κανόνες στους πιστούς ώστε να διαμορφώσουν αναλόγως τη συμπεριφορά τους. Επομένως, το δεῖ, το στοιχείο του πρέποντος και της υποχρεωτικότητας ήταν και εξακολουθεί να είναι αναγκαίο για την εύρυθμη κοινωνικοπολιτική λειτουργία.
Πραγματολογικά σχόλια ενότητας 10
Ορισμός της αρετής: Ο Σωκράτης στόχευε και επεδίωκε να ορίσει τις διάφορες έννοιες με απόλυτο τρόπο, χωρίς να υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία. Στόχευε να ορίσει τις έννοιες με απόλυτη συνέπεια, καθώς τον ενδιέφερε η πρώτη αλήθεια των πραγμάτων, η αναλλοίωτη και ανεπηρέαστη από τον άνθρωπο και τις συνθήκες. Επομένως, εδώ ο Αριστοτέλης προσπαθεί και επιτυγχάνει να δώσει έναν πλήρη ορισμό της αρετής κατόπιν της βαθιάς διερεύνησης της έννοιας αυτής.
Πρώτο χαρακτηριστικό της αρετής αποτελεί η μεσότητα, καθώς η μεσότητα συνδέεται άρρηκτα με το ἀγαθόν, το ἄριστον, το οποίο είναι δύσκολο να κατακτηθεί, ενώ η κακία και η ανηθικότητα και το ἁμαρτάνειν μπορεί να επιτευχθεί με πολλούς τρόπους, άρα είναι ευκολότερο. Αυτό αποτελεί μία πυθαγόρεια αντίληψη, ότι δηλαδή η κακία, η αποτυχία και η αστοχία αποτελούν εύκολα επιτεύξιμα στοιχεία για κάθε άνθρωπο, ενώ η αρετή που συνδέεται με τη μεσότητα είναι δύσκολο να κατακτηθεί. Άλλωστε, τόσο ο Αριστοτέλης όσο και ο Πλάτωνας ήταν επηρεασμένοι από τους Πυθαγορείους. Επομένως, η κακία συνδέεται με την έλλειψη και την υπερβολή που αποτελούν τα δύο άκρα, ενώ η αρετή με τη μεσότητα που αποτελεί το ἄριστον, το σημαντικότερο αγαθό για τον άνθρωπο και την κοινωνία και επιτυγχάνεται με λίγους τρόπους, με απόρροια τον αυξημένο βαθμό δυσκολίας της.
Η αρετή αποτελεί μία ἔξιν (δεύτερο χαρακτηριστικό της), δηλαδή μία συνήθεια που καλλιεργείται μέσα από τον εθισμό του ατόμου σε συγκεκριμένες πράξεις, συνήθειες και συμπεριφορές. Άρα απαιτεί τον προσωπικό αγώνα και την προσπάθεια του ατόμου.
Τρίτο χαρακτηριστικό της αρετής αποτελεί ότι είναι ἔξις προαιρετική, δηλαδή επιλέγεται ή όχι από το άτομο αν θα την καλλιεργήσει ή όχι. Επομένως, ο Αριστοτέλης θέτει το πολύ σοβαρό ζήτημα της ελεύθερης βούλησης του ατόμου. Το άτομο έχει δικαίωμα να αποφασίσει συνειδητά αν θέλει να εθιστεί σε συγκεκριμένες ενέργειες και πράξεις που θα το οδηγήσουν στην ηθική αρετή ή όχι. Ο Αριστοτέλης πίστευε ότι δεν αρκεί να εθιστούμε σε κάποιες πράξεις, αλλά πρέπει να προσδώσουμε την απαιτούμενη ποιότητα σε πράξεις και ενέργειες ώστε να οδηγηθούμε στην αρετή. Επομένως, η προαίρεσή μας, δηλαδή εάν έχουμε καλό ή κακό σκοπό στον εθισμό σε κάποιες συγκεκριμένες πράξεις και ενέργειες, καθορίζει την ποιότητα της ηθικής αρετής. Άρα, το άτομο πρέπει με ελεύθερη βούληση και προσωπική ευθύνη να καθορίσει την ποιότητα των πράξεών του για να οδηγηθεί στην κατάκτηση της ηθικής αρετής.
Επαναλαμβάνει ότι η αρετή είναι μεσότητα των πράξεων και των συναισθημάτων του ατόμου, για αυτό και είναι δύσκολο να κατακτηθεί, όπως ανέφερε εξ αρχής. Τέλος, η αρετή είναι καθορισμένη από τη λογική του σώφρονα και συνετού ατόμου. Επομένως, η αρετή απαιτεί λογική και φρόνηση που καθορίζεται από τον μυαλωμένο, σώφρονα και συνετό άνθρωπο, καθώς σε αυτόν συνυπάρχουν όλες οι αρετές και οι ηθικές ποιότητες. Άρα, ο φρόνιμος άνθρωπος είναι αυτός που ξέρει να βουλεύεται ορθά, να διακρίνει το αγαθό και να το εφαρμόζει στη ζωή του και να εφαρμόζει τις προδιαγραφές της μεσότητας, δηλαδή να ξέρει πότε να συμπεριφερθεί και να εκφραστεί, κάτω από ποιες προϋποθέσεις, προς ποιους ανθρώπους, για ποιον λόγο και σκοπό και με ποιον τρόπο να εκδηλωθεί και να συμπεριφερθεί.
Επομένως, για τον Αριστοτέλη, η λογική σκέψη, ο ορθός λόγος, η σύνεση και η σωφροσύνη καθορίζονται από κάθε μυαλωμένο άνθρωπο, ενώ ο Πλάτωνας υποστηρίζει ότι η αρετή ανήκει στον κόσμο των Ιδεών και πρέπει από αυτές (τις Ιδέες) να καθορίζεται. Άρα, η ηθική του Αριστοτέλη είναι πιο ανθρώπινη.
Τέλος, η αρετή σχετίζεται άρρηκτα και με το δέον, το πρέπον, το δοκοῦν (το δεῖ), καθώς πρέπει να προσαρμόζεται στους κανόνες και τις πρέπουσες συνθήκες κάθε κοινωνίας και εποχής, στη λογική του μυαλωμένου και σώφρονα ανθρώπου.
Ἀριστοτέλους, Πολιτικά
Πραγματολογικά σχόλια
Ενότητα 11η
Ο Αριστοτέλης δίνει τον ορισμό της πόλεως, καθώς την θεωρεί την τελειότερη μορφή κοινωνικής συνύπαρξης του ατόμου. Ο άνθρωπος είχε δημιουργήσει και άλλες μορφές κοινωνικής συνύπαρξης στο παρελθόν, όπως η κώμη, αλλά δεν είχαν την τελειότητα και την πληρότητα της πόλεως. Η πόλις λοιπόν, θεωρείται η ανώτερη και καλύτερη και πληρέστερη μορφή κοινωνικής συνύπαρξης και συμβίωσης, το καλύτερο κοινωνικό μόρφωμα τόσο ποιοτικά όσο και ποσοτικά. Αυτή η τεχνική του Αριστοτέλη να αναλύει πρώτα τα μέρη και μετά το όλον (το σύνολο) αποτελεί μία προσφιλή νοοτροπία του φιλοσόφου.
Η πόλις αποτελείται από όλες τις μικρότερες μορφές κοινωνικής συνύπαρξης και συμβίωσης, τις οποίες τις περικλείει (καὶ πᾶσας περιέχουσα τὰς ἄλλας). Επιπλέον, η πόλις έχει κάποιο πολίτευμα, δηλαδή έναν οργανωμένο τρόπο ζωής και συμβίωσης και τέλος, έχει έναν σκοπό και στόχο, δηλαδή την ευδαιμονία, το εὖ ζῆν. Αυτό σχετίζεται με την τελεολογική θεωρία του Αριστοτέλη, ότι δηλαδή κάθε ον και οντότητα πρέπει να έχει έναν σκοπό να επιτελέσει.
Εὐδαιμονία = ἀγαθοῦ τινός (3 φορές) ~ σπουδαιότητα του σκοπού που πρέπει να επιτευχθεί από την πόλιν ~ Αποτελεί μία ενέργεια και όχι κατάσταση, το άτομο πρέπει να ενεργήσει για να την πετύχει. Η ευδαιμονία σχετίζεται και με την κατάκτηση της ηθικής αρετής που αποτελεί τη μεσότητα ανάμεσα σε δύο άκρα. Επομένως, η ευδαιμονία ως στόχος της πόλεως συνεπάγεται και προϋποθέτει την ηθική αρετή και τη μεσότητα στις πράξεις και τις σκέψεις του ατόμου, αλλά και του συνόλου. Επομένως, τόσο η ευδαιμονία, το εὖ ζῆν του ατόμου όσο και της κοινωνίας σχετίζεται με τις πράξεις και τις ενέργειες που θα επιτελέσουν, δεν αποτελεί μία τυχαία κατάσταση. ~ Όλες οι πράξεις και ενέργειες του ατόμου έχουν πολιτικό περιεχόμενο και αντίκτυπο στο κοινωνικό σύνολο, γιατί μπορεί να στοχεύουν ή όχι στην ευδαιμονία.
Άρα, πρέπει όλοι οι πολίτες να συνειδητοποιήσουμε ότι πρέπει να βάζουμε το συλλογικό συμφέρον πάνω από το ατομικό και να μην επιδιώκουμε μόνο την ικανοποίηση ιδιοτελών σκοπών και συμφερόντων. Η ατομική ευδαιμονία δεν πρέπει να αποτελεί αυτοσκοπό, αλλά να νοιαζόμαστε και να ενδιαφερόμαστε για το κοινωνικό σύνολο και να προσαρμόζουμε τις πράξεις μας σε αυτό. Εντούτοις, τη σημερινή εποχή, παρά την ύπαρξη δημοκρατικού πολιτεύματος, πολλοί πολίτες απέχουν συνειδητά από τις εκλογικές διαδικασίες και δεν ενδιαφέρονται για τα κοινά, χωρίς να καταβάλλουν καμία προσπάθεια να εναρμονίσουν τη συμπεριφορά τους με τις ανάγκες του κοινωνικού συνόλου. Έτσι, δεν μπορεί να επιτευχθεί η ευδαιμονία στο πλαίσιο της πόλεως.
Πάντων – πασῶν – πᾶσας: Ο Αριστοτέλης με αυτήν την επανάληψη φιλοδοξεί να δείξει την ολότητα της πόλεως και το ότι αποτελεί την τελειότερη μορφή κοινωνικοπολιτικής οργάνωσης και συνύπαρξης των ανθρώπων. Έτσι λοιπόν, η πόλις ως η τελειότερη μορφή κοινωνικής οργάνωσης και συνύπαρξης του ατόμου πρέπει να στοχεύει και να επιδιώκει το εὖ ζῆν, το ἀγαθόν, την ευδαιμονία.
Επομένως, ο Αριστοτέλης συμφωνεί με τον Πλάτωνα ότι μόνο μέσα στο πλαίσιο της πόλεως, της κοινωνίας, το άτομο μπορεί να πετύχει την ευδαιμονία. Επομένως, πρέπει να τίθεται σε προτεραιότητα το γενικό συμφέρον και όφελος, καθώς μόνο έτσι θα επιτυγχάνεται η ευδαιμονία, τόσο η κοινή όσο και η ατομική. Εάν το άτομο ευτυχεί, τότε δεν μπορεί να βοηθήσει ολόκληρο το σύνολο να ευτυχήσει. Εάν όμως το σύνολο ευτυχεί και προοδεύει, μπορεί να συμπαρασύρει και το άτομο να προοδεύσει και να αναπτυχθεί. Αυτό αποτελεί και μία αντίληψη που εκφράστηκε στον Ἐπιταφιον λόγο του Περικλή, γραμμένο από τον Θουκυδίδη, αλλά και μία γενικότερη αντίληψη της κλασικής αρχαιότητας.
Ο άνθρωπος, κατά τον Αριστοτέλη, αποτελεί φύσει ζῶον πολιτικόν, δηλαδή έχει τη φυσική προδιάθεση να δημιουργεί πόλεις, αλλά και γενικότερα διάφορες μορφές κοινωνικής συνύπαρξης και συμβίωσης και να στοχεύει στην ευδαιμονία τους. Ωστόσο, δεν αρκεί η φυσική προδιάθεση. Το άτομο και το σύνολο των πολιτών πρέπει να εκπαιδεύεται συνεχώς ώστε να αναπτύξει και να καλλιεργήσει την ηθική αρετή, δηλαδή την αἰδώ και τη δίκην, ώστε να επιτευχθεί το ἀγαθόν, το εὖ ζῆν, η ευδαιμονία του συνόλου. Επομένως, χρειάζεται συνεχή προσπάθεια και εντατικό αγώνα.
Ενότητα 12η
Η πόλις αποτελεί την τελειότερη μορφή κοινωνικοπολιτικής και οικονομικής οργάνωσης που εμπεριέχει τις μικρότερες μορφές και δομές κοινωνικοπολιτικής και οικονομικής οργάνωσης και διοίκησης που δημιούργησε η ανθρωπότητα. Η πόλις πέτυχε ή τουλάχιστον στοχεύει να πετύχει την αυτάρκεια, το ἀγαθόν, το εὖ ζῆν, την ευδαιμονία.
Η αυτάρκεια αποτελεί ένα πολύ σημαντικό χαρακτηριστικό γνώρισμα της πόλεως που την καθιστά τελειότερη μορφή κοινωνικοπολιτικής και οικονομικής οργάνωσης και διοίκησης. Αυτάρκεια σημαίνει το αίσθημα του να μην έχουμε ανάγκη τίποτα και κανέναν και να μπορούμε να λειτουργήσουμε ανεξάρτητα και αυτόνομα. Άρα, η αυτάρκεια συνεπάγεται την αυτοδυναμία του ατόμου και του συνόλου. Για να εξασφαλίσει μία πόλις το αίσθημα της αυτάρκειας, δηλαδή οι πολίτες να νιώθουν ότι με όλα όσα τους προσφέρει η πόλις τους έχουν πετύχει το εὖ ζῆν, πρέπει να πληρούνται οι εξής προϋποθέσεις:
η γεωγραφική θέση της πόλης να εξασφαλίζει είτε τη δυνατότητα εμπορικής ανάπτυξης είτε τη δυνατότητα καλλιέργειας και παραγωγής μίας πληθώρας αγαθών ώστε να επιτευχθεί τόσο η οικονομική δύναμη της πόλεως όσο και η αυτάρκεια και ανεξαρτησία των πολιτών
καλές αμυντικές δυνατότητες, άρα η πόλις να έχει άριστη οργάνωση και διοίκηση τόσο εσωτερικά όσο και εξωτερικά (εσωτερική και εξωτερική πολιτική)
να υπάρχει ανεξαρτησία, δηλαδή να μην χρειάζεται εξωτερική βοήθεια ώστε να καλυφθούν οι ποικίλες ανάγκες της πόλεως
Η πόλις αποτελεί μία ένα κοινωνικοπολιτικό μόρφωμα που χαρακτηρίζεται από την φυσική προδιάθεση του ατόμου. Ωστόσο, δεν είναι κάτι που υπάρχει κατ’ αποκλειστικότητα εκ φύσεως. Ο άνθρωπος έχει τη δυνατότητα και την προδιάθεση να συγκροτεί πόλεις και γενικώς, διάφορα κοινωνικοπολιτικά μορφώματα, αλλά χρειάζεται και η προσπάθειά του και οι πράξεις του ώστε να δημιουργήσει την τελειότερη μορφή κοινωνικοπολιτικής οργάνωσης, δηλαδή την πόλιν. Με τον όσο φύσει εννοούμε ότι η οργανωμένη κοινωνία αποτελεί ένα φυσικό δημιούργημα του ατόμου που προκύπτει από τη φυσική ανάγκη του ατόμου να εξασφαλίσει την επιβίωσή του και το εὖ ζῆν. Η συγκρότηση πόλεων προϋποθέτει και απαιτεί τη συνύπαρξη και συμφωνία των ανθρώπων, άρα τη μεταξύ τους επικοινωνία και συνεργασία, κάτι που επίσης αποτελεί ένα φυσικό γνώρισμα του ατόμου, δηλαδή το να μην μπορεί να αισθανθεί αυτάρκεια και ασφάλεια στη μοναχική του ζωή και να έχει ανάγκη τη συνύπαρξη και την κοινωνικοποίηση.
Τελεολογική αντίληψη του Αριστοτέλη στο δεύτερο επιχείρημά του («Επίσης…πολιτικόν ζῶον»):Ο άνθρωπος, όπως και κάθε οντότητα, έχει να επιτελέσει -και πρέπει να επιτελεί- έναν σκοπό, ένα τέλος. Το τέλος αυτό είναι εκ φύσεως και γι’ αυτό κρίνεται άξιο επίτευξης και έξοχο. Έτσι λοιπόν και ο άνθρωπος είναι προορισμένος εκ φύσεως να επιτελεί κάποιες ενέργειες ώστε να συμβιώνει μέσα στο πλαίσιο της πόλεως και να επιτυγχάνει την ευδαιμονία, το εὖ ζῆν. Ο ἄπολις άνθρωπος είναι δύσκολο να υπάρξει, καθώς είναι στη φύση του ανθρώπου η ανάγκη του για συγκρότηση κοινωνικών συνόλων και μορφωμάτων και για συνύπαρξη σε αυτά. Ωστόσο, ο άνθρωπος που εξαιτίας συγκυριών αναγκάζεται να βρεθεί εκτός πόλεως, άρα να είναι ἄπολις (π.χ. εξόριστος) βιώνει μία νοσηρή κατάσταση. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο Φιλοκτήτης (ήρωας τραγωδίας του Σοφοκλή) που λόγω της δυσωδίας της πληγής του από δάγκωμα φιδιού βρέθηκε εκτός πόλεως, εγκαταλειμμένος σε ένα ερημικό νησί, τη Λήμνο. Αυτός ο άνθρωπος και γενικώς, τέτοιες περιπτώσεις ανθρώπων είναι εκφυλισμένες οντότητες, κατώτερης αξίας, διότι δεν εξασκούν τη φυσική τους προδιάθεση να συνυπάρχουν στο κοινωνικό σύνολο και να συνεισφέρουν στην ευδαιμονία αυτού.
Τέλος, ο Αριστοτέλης υποστηρίζει ότι ο ἄπολις άνθρωπος από επιλογή είναι μία ευτελισμένη οντότητα, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να αναπτύξει την ηθική του αρετή, αφού δεν έχει αντιληφθεί τη σπουδαιότητα του κοινωνικοπολιτικού μορφώματος της πόλεως. Έτσι, ο ἄπολις άνθρωπος καταλήγει να μην έχει ηθική αρετή και να μην μπορεί να την διαμορφώσει ούτε κριτική αντιληπτική ικανότητα. Έτσι, γίνεται έρμαιο στα ένστικτά του και στα πάθη του, με απόρροια να ευχαριστιέται τη βία και να μετατρέπεται σε πολεμοχαρές άτομο. Επομένως, ο φιλόσοφος κατακρίνει και τον πόλεμο θεωρώντας τον ένα βίαιο και πρωτόγονο ένστικτο του ανθρώπου και μία κακή επιλογή εξωτερικής πολιτικής.
Γενικό συμπέρασμα:
Ο Αριστοτέλης πιστεύει ότι η πόλις αποτελεί την τελειότερη κοινωνικοπολιτική δομή που συγκρότησε ο άνθρωπος, καθώς περιλαμβάνει τις μικρότερες κοινωνικοπολιτικές οντότητες και δομές, όπως ο οἶκος και η κώμη. Πιστεύει ότι ο άνθρωπος έχει τη φυσική προδιάθεση να οργανώνεται σε πόλεις και να κοινωνικοποιείται, καθώς είναι φύσει ζῶον πολιτικόν. Παρόλα αυτά δεν συμμερίζεται την άποψη του Πρωταγόρα, ότι δηλαδή η αἰδώς και η δίκη, τα θεμελιώδη στοιχεία της πόλεως, δόθηκαν από το θείο στους ανθρώπους. Θεωρεί ότι το άτομο έχει τη φυσική προδιάθεση συγκρότησης κοινωνικοπολιτικών μορφωμάτων, αλλά πρέπει αυτή η φυσική προδιάθεση να καλλιεργηθεί και να εξελιχθεί μέσα από τη συνεχή προσπάθεια και τον αγώνα του ατόμου. Η φυσική προδιάθεση του ατόμου να συγκροτεί πόλεις (και γενικότερα, διάφορα κοινωνικά μορφώματα) είναι κάτι που βγαίνει αυθόρμητα, αποτελεί μία φυσική ανάγκη του ατόμου.
Επιπλέον, σύμφωνα με την τελεολογική αντίληψη του φιλοσόφου, η πόλις, όπως και ο άνθρωπος, όπως και κάθε οντότητα πρέπει να επιτελέσουν ένα τέλος, έναν σκοπό και στόχο. Έτσι, η πόλις πρέπει να επιτελέσει την ευδαιμονία, το εὖ ζῆν των πολιτών και την αυτάρκειά τους. Αυτό το στοιχείο δεν θίγεται στον πλατωνικό Πρωταγόρα. Έτσι, οι πράξεις είναι αυτές που καθορίζουν την ευδαιμονία της πόλεως. Επομένως, η ευδαιμονία δεν αποτελεί μία κατάσταση, αλλά μία ενέργεια των ανθρώπων. Μάλιστα, ο σκοπός, το τέλος σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, είναι κάτι έξοχο και άριστο. Άρα, η ευδαιμονία και η αυτάρκεια αποτελεί κάτι το τέλειο και το έξοχο και το άριστο που πρέπει να κατακτηθεί.
Άλλωστε, εκ φύσεως έχουμε την ανάγκη κοινωνικοπολιτικών σχηματισμών, καθώς ο άνθρωπος δεν μπορεί να πετύχει την αυτάρκεια μόνος του.
Ενότητα 13η
Ο άνθρωπος είναι το μοναδικό από τα έμβια όντα που έχει την ικανότητα διαμόρφωσης και παραγωγής γλώσσας, έναρθρου λόγου. Η γλώσσα και ο κώδικας επικοινωνίας των ανθρώπων είναι πολύ διαφορετικός, καλύτερος, πιο πολύπλοκος και πληρέστερος από ό,τι των άλλων έμβιων όντων και αγελαίων ζώων, διότι δεν εκφράζει απλώς το καλό και το κακό, το ευχάριστο και το δυσάρεστο, αλλά μία ποικιλία νοημάτων, ιδεών και μηνυμάτων, αλλά και συναισθημάτων. Επομένως, ο λόγος του ανθρώπου είναι έναρθρος και ενδιάθετος, δηλαδή συμμετέχει και η διάνοιά του, το μυαλό του ώστε να συλλάβει και να παρουσιάσει ποικίλες έννοιες και ιδέες που δεν γίνονται αντιληπτές με τις αισθήσεις, αλλά με τον νου. Άλλωστε, όλα έχουν στη φύση μία εντελέχεια, ένα τέλος (σκοπό) που πρέπει να επιτελέσουν.
Έτσι, η επιχειρηματολογία του Αριστοτέλη έχει ως εξής:
- Η φύση δεν κάνει τίποτα χωρίς λόγο.
- Η φύση έδωσε το προνόμιο μόνο στον άνθρωπο να μπορεί να διαμορφώσει έναρθρο λόγο και να εκφράζει ποικίλες έννοιες.
- Άρα, ο λόγος είναι βασική προϋπόθεση για τη συμμετοχή του ανθρώπου στην οικογένεια και την πόλη, άρα αποτελεί ένα θεμελιώδες στοιχείο καλλιέργειας της πολιτικής συνείδησης του ατόμου. Χωρίς τον έναρθρο λόγο, οι άνθρωποι δεν μπορούν να διαμορφώσουν κοινωνικές ομάδες και μορφώματα, άρα δεν θα μπορούσαν να έχουν πολιτική δράση. Επομένως, η ίδια η φύση μάς προορίζει να είμαστε κοινωνικοί και να διαμορφώσουμε κοινωνικοπολιτική δράση.
Ο Αριστοτέλης κάνει λόγο για μέρη και ὅλον φέρνοντας ως παράδειγμα το ανθρώπινο σώμα. Αν το ανθρώπινο σώμα πεθάνει και καταστραφεί, τότε δεν θα υπάρχει κανένα ξεχωριστό μέλος του, ούτε το χέρι ούτε το πόδι κτλ., αφού το ὅλον θα έχει καταστραφεί. Θα υπάρχουν τα μέλη μόνο ως λέξεις και έννοιες, αλλά όχι στην πραγματικότητα. Έτσι, και η πόλις είναι σημαντικότερη της οικογένειας και της κώμης, καθώς είναι το ὅλον, ενώ η οικογένεια και η κώμη αποτελούν τα δομικά της μέρη, τα επιμέρους συστατικά της. Αν λοιπόν, καταστραφεί η πόλις, θα καταστραφούν αυτομάτως και οι επιμέρους κοινωνικές δομές της, δηλαδή οι οικογένειες και οι κώμες που την απαρτίζουν. Άρα, η καταστροφή του όλου θα φέρει αναγκαστικά και την καταστροφή του μέρους.
Για να στηρίξει την οντολογική ανωτερότητα της πόλης ως κοινωνικού μορφώματος, ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί το παράδειγμα του ανθρώπινου σώματος, όπως γενικά χρησιμοποιεί παραδείγματα από την καθημερινή ζωή και φύση.
Η πόλη ήρθε εκ φύσεως σημαίνει ότι ο άνθρωπος έχει τη φυσική προδιάθεση να σχηματίζει πόλεις και γενικά διάφορα κοινωνικά μορφώματα. Επιπλέον, η προνομιακή ικανότητα του ανθρώπου από τη φύση να μπορεί να διαμορφώνει και να παραγάγει έναρθρο και ενδιάθετο λόγο αποτελεί ένα ακόμη στοιχείο που αποδεικνύει τη φυσική προδιάθεση του ανθρώπου να κοινωνικοποιείται και να δημιουργεί κοινωνικά μορφώματα και πόλεις. Επιπλέον, η περιπλοκότητα και η ποικιλότητα του ανθρώπινου λόγου τον κάνουν να ξεχωρίζει από τον κώδικα επικοινωνίας των άλλων αγελαίων όντων, καθώς ο άνθρωπος μπορεί να αντιληφθεί και να εκφράσει ποικίλα μηνύματα, όπως το καλό και το κακό, το δίκαιο και το άδικο, το ωφέλιμο και το βλαβερό. Έτσι, αυτές οι ηθικές έννοιες συντελούν στο να είναι ο άνθρωπος φύσει ζῶον πολιτικόν και να επιθυμεί και να επιδιώκει τη διαμόρφωση κοινωνικών μορφωμάτων και την κοινωνικοπολιτική του δράση.
Η αντίληψη του Αριστοτέλη ότι είναι στη φυσική προδιάθεση του ατόμου να δημιουργεί πόλεις και διάφορα κοινωνικά μορφώματα έρχεται σε αντίθεση με τις απόψεις άλλων στην αρχαιότητα (π.χ. στον λόγο του Γλαύκωνα στην πλατωνική Πολιτεία, οι απόψεις του σοφιστή Θρασύμαχου και του Πρωταγόρα στον ομώνυμο πλατωνικό διάλογο), καθώς υποστήριζαν ότι η συγκρότηση της πόλεως ωθεί το άτομο στον συμβιβασμό με τους όρους ενός κοινωνικού συμβολαίου και μιας αναγκαστικής κοινωνικής συνθήκης. Αν αφηνόταν ελεύθερη η φύση του ανθρώπινου, η ανθρώπινη κοινωνία δεν θα είχε κανόνες και νόμους, δεν θα υπήρχαν όρια και θα κυριαρχούσε η απόλυτη αδικία, με απόρροια την αυτοκαταστροφή του είδους. Εντούτοις, για τον Αριστοτέλη, η πόλις είναι το τελειότερο κοινωνικό μόρφωμα του ατόμου, έχει μεγάλη σπουδαιότητα, γιατί αν καταστραφεί, θα καταστραφούν αυτομάτως και όλα τα μέρη του όλου και πηγάζει από τη φυσική προδιάθεση και ανάγκη του ατόμου. Επομένως, ο άνθρωπος που νιώθει την πλήρη αυτάρκεια και μόνος, χωρίς να χρειάζεται να ενταχθεί στο κοινωνικό σύνολο, δεν είναι άνθρωπος, αλλά μία οντότητα είτε πολύ κατώτερη, δηλαδή ζώο, είτε πολύ ανώτερη, δηλαδή θεός.
Ενότητα 14η
Είναι στη φυσική προδιάθεση των ανθρώπων να κοινωνικοποιούνται και να συγκροτούν κοινωνικά μορφώματα και κατά συνέπεια, πόλεις που αποτελούν το όλον της κοινωνίας, την τελειότερη μορφή κοινωνικής συγκρότησης του ατόμου. Ωστόσο, ο άνθρωπος έχει και ζωώδη ένστικτα οπότε πρέπει να βρει τρόπους να τα δαμάσει και να διαμορφώσει τις ιδανικές συνθήκες εύρυθμης λειτουργίας της πόλης. Για να επιτευχθεί αυτός ο δύσκολος στόχος, ο άνθρωπος πρέπει να υποταχθεί στους νόμους και διαμορφώσει θεσμούς και σύστημα δικαιοσύνης. Χωρίς την υπακοή στους νόμους και τους θεσμούς της πόλης ο άνθρωπος δεν μπορεί να αναπτύξει εύρυθμες πόλεις, άρα και να κοινωνικοποιηθεί ούτε να έχει μία ομαλή κοινωνικοπολιτική δράση. Όταν δεν τηρούνται οι κανόνες της δικαιοσύνης, ο άνθρωπος γίνεται το χειρότερο και το κατώτερο ον της φύσης και αυτή η ελλιπής του ποιότητα φαίνεται μέσα από τη συμπεριφορά του στο φαγητό και τον έρωτα.
Άρα: Η δικαιοσύνη πρέπει να αποτελεί το βασικό στοιχείο κάθε πόλης για να μπορεί να λειτουργήσει εύρυθμα και να πετύχει το εὖ ζῆν, την ευδαιμονία των πολιτών.
Η γένεση και δημιουργία της πόλεως, του τελειότερου αυτού κοινωνικοπολιτικού μορφώματος, μπορεί να υπάρχει στη φυσική προδιάθεση των ανθρώπων, αλλά απαιτεί και τη σύμπραξη και τη συνεργασία των μελών της κοινωνίας. Ο πρώτος ευεργέτης, ο πρώτος ιδρυτής κάθε πόλεως, όπως π.χ. ο Θησέας για την Αθήνα, είναι αυτός που αυτός που υλοποιεί την έμφυτη ορμή των ανθρώπων για κοινωνικοπολιτική συγκρότηση και δράση. Ωστόσο, αυτό το στοιχείο δεν είναι επαρκές για να επιβιώσει μία πόλη, καθώς ο άνθρωπος μπορεί να αφήσει τα ένστικτά του να κυριαρχήσουν και χρειάζεται χαλιναγώγηση και επιτήρηση. Έτσι, η θέσπιση νόμων και κανόνων και φυσικά, το σύστημα δικαιοσύνης αποτελούν βασικά δομικά στοιχεία της πόλεως. Αν ο άνθρωπος χρησιμοποιήσει τη λογική του, το μυαλό του, και τιθασεύσει τα κατώτερα ένστικτά του θα πάψει να ζει σε μια πρωτόγονη κατάσταση και θα δημιουργήσει ισχυρές και υγιείς πόλεις με νόμους, θεσμούς, αλληλεγγύη και σεβασμό μεταξύ των μελών. Γι’ αυτό άλλωστε, η δικαιοσύνη είναι το ανώτερο πολιτικό αγαθό και η τέλεια αρετή, καθώς χωρίς αυτήν δεν μπορεί να υφίσταται η πόλις. Επιπροσθέτως, για να δαμάσει ο άνθρωπος τα ένστικτά του χρειάζεται την απαιτούμενη αγωγή και ανατροφή.
Ο άνθρωπος έχει τις δυνατότητες από τη φύση και είναι προικισμένος διάφορα εφόδια να επιβιώσει με αξιοπρέπεια, να διαμορφώσει πόλεις και να επιτύχει το εὖ ζῆν και την ευδαιμονία. Τα εφόδια αυτά είναι η φυσικά προδιάθεση διαμόρφωσης του έναρθρου λόγου, η φρόνηση και ο νους που αν τεθούν στη συγκρότηση πόλεων και συστήματος νόμων και δικαιοσύνης, μπορούν να αποφέρουν εξαιρετικά κοινωνικοπολιτικά αποτελέσματα. Ωστόσο, ο άνθρωπος πρέπει και να θέλει να δαμάσει τα ένστικτά του και να χαλιναγωγήσει τη σφοδρότητά του, πρέπει να υπάρχει και η προαίρεσις, διαφορετικά δεν μπορούν να συγκροτηθούν ανθρώπινες κοινωνίες.
Επομένως: Η δικαιοσύνη είναι το σημαντικότερο κοινωνικοπολιτικό αγαθό και η ύψιστη αρετή που είναι συνυφασμένη με την έννοια της πόλης. Χωρίς ένα ορθολογικά οργανωμένο σύστημα δικαιοσύνης δεν μπορεί να λειτουργήσει εύρυθμα η πόλις και να πετύχει την ευζωία, την αυτάρκεια και την ευδαιμονία. Χάρη στη δικαιοσύνη, το άτομο ζει αρμονικά μέσα στο κοινωνικό σύνολο και σύμφωνα με τους κανόνες της ηθικής αρετής. Η δικαιοσύνη αποβλέπει στη ρύθμιση των αντιθέσεων και στην ισορροπία και γαλήνη του κοινωνικού συνόλου. Έτσι, εξασφαλίζεται η ελευθερία του ατόμου και η εδραίωση της αμοιβαίας εμπιστοσύνης του και του αμοιβαίου σεβασμού στους θεσμούς, αλλά και στους συμπολίτες του δίνοντάς τους ταυτόχρονα το κίνητρο συμμετοχής στα κοινά.
Ενότητα 20η
Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, η παιδεία πρέπει να ρυθμίζεται και να καθορίζεται από τον νόμο και να είναι κοινή για όλους.
Σύμφωνα με τον φιλόσοφο, η παιδεία πρέπει να παρέχει στους ανθρώπους γνώσεις χρήσιμες για τη ζωή τους με στόχο να μπορούν να πετύχουν το εὖ ζῆν, την ευδαιμονία και την αυτάρκεια. Επιπλέον, πρέπει να χορηγούνται γνώσεις που να σχετίζονται με την αρετή και την κατάκτησή της, άρα να συντελεί η παιδεία και στην ηθική διαμόρφωση του ατόμου. Ο φιλόσοφος πίστευε ότι μόνο οι γνώσεις που συντελούν στο εὖ ζῆν των πολιτών είναι απαραίτητες. Όσες γνώσεις δεν έχουν χρηστική αξία για το άτομο και την κοινωνία δεν πρέπει να διδάσκονται. Άλλωστε, οι γνώσεις που δεν συντελούν στη διαμόρφωση της ηθικής και της διάνοιας των νέων είναι ευτελείς.
Επιχειρηματολογία Αριστοτέλη:
- Είναι υποχρέωση του νομοθέτη να θεσπίσει τους κατάλληλους νόμους για όλα όσα αφορούν την παιδεία των νέων.
- Η παιδεία έχει μεγάλη σημασία για τους νέους, γιατί η παραμέλησή της βλάπτει τόσο το άτομο όσο και το σύνολο και το πολίτευμα.
- Οι νέοι θα πάρουν την παιδεία και τη μόρφωση που αρμόζει στο πολίτευμα της πόλης τους.
- Επομένως, αφού όλοι οι πολίτες ανήκουν στην πόλη και όχι στον εαυτό τους, τότε η πόλις είναι αυτή που πρέπει να μεριμνήσει για την παιδεία τους, άρα η παιδεία πρέπει να είναι κοινή και να παρέχεται σε όλους ανεξαιρέτως.
Ο Αριστοτέλης θεωρεί ότι η αρετή καλλιεργείται μέσα από την εκπαίδευση. Ωστόσο, δεν κάνει διάκριση ηθικής και διανοητικής αρετής, προφανώς γιατί θεωρεί ότι και οι δύο μορφές αρετής μπορούν να καλλιεργηθούν μέσα από την κοινή εκπαίδευση που πρέπει να παρέχεται στους πολίτες. Η αρετή άλλωστε είναι η ορθή ενέργεια του ανθρώπου, η οποία μπορεί να υπάρχει εκ φύσεως, αλλά για να γίνει από δυνάμει ἐνεργείᾳ πρέπει να καταβληθεί σχετική προσπάθεια και εξάσκηση του ατόμου μέσα από το ἔθος, τον εθισμό και τη συνήθεια σε ανάλογες ενάρετες πράξεις και ενέργειες.
Ο Αριστοτέλης επιλέγει τη μέση οδό και στην παιδεία, καθώς θεωρεί ότι πρέπει να βρεθεί η μεσότητα μεταξύ των γνώσεων του χρηστικού βίου και της καθημερινότητας, αλλά και του θεωρητικού βίου. Σε κάθε περίπτωση, το άτομο πρέπει να επιλέγει να διαπράττει έργα που να αρμόζουν σε ελεύθερους ανθρώπους και σε κάθε περίπτωση, να στοχεύει όχι στη στείρα εξειδίκευση, αλλά στην καλλιέργεια του νου, τη μόρφωση της ψυχής και την κατάκτηση της αρετής. ~ Διαμόρφωση ολοκληρωμένων προσωπικοτήτων για όλους τους πολίτες ~ Ο φιλόσοφος δεν υποστηρίζει τη στείρα υπερξειδίκευση ούτε την ωφελιμιστική προσέγγιση της παιδείας και των διδασκόμενων αντικειμένων. Αντιθέτως, θεωρεί ότι η παιδεία δεν πρέπει να έχει ωφελιμιστικό χαρακτήρα, αλλά να καλλιεργεί και τις γνώσεις του πρακτικού και του θεωρητικού βίου συντελώντας στην καθολική καλλιέργεια του ατόμου.
Η παιδεία είναι κατεξοχήν ένα πολιτικό ζήτημα, διότι συντελεί στην επίτευξη της ευδαιμονίας των πολιτών και στην εύρυθμη κοινωνικοπολιτική λειτουργία. Επιπλέον, η φροντίδα για την παιδεία είναι προς το συμφέρον του πολιτεύματος και κατά συνέπεια, και της πόλεως. Γι’ αυτό, η παροχή της παιδείας πρέπει να είναι κοινή και ενιαία για όλους τους πολίτες, άρα να είναι δημόσια και να μην αφήνεται στην ιδιωτική πρωτοβουλία. Άλλωστε, η παιδεία αντικατοπτρίζει τις βασικές αρχές του πολιτεύματος κάθε κοινωνίας.
Όλα αυτά συντελούν στην αναγκαιότητα διαμόρφωσης και ενασχόλησης του εκπαιδευτικού συστήματος από τον νομοθέτη, καθώς η έλλειψη της παιδείας ή η ελλιπής ποιότητά της οδηγεί σε παραμέληση της πόλεως και του πολιτεύματος και των πολιτών, καθώς αποτελούν μέρος της πόλεως και ανήκουν σε αυτήν. Έτσι, η ευδαιμονία και η ευζωία δεν μπορούν να επιτευχθούν διαταράσσοντας την ισορροπία της πόλεως.
ΑρχαίαΕλληνικά, αρχαία, πανελλήνιες, #αρχαία, Αριστοτέλης, Ηθικά_Νικομάχεια, Πολιτικά, Πραγματολογικά_σχόλια
- Δημιουργήθηκε στις
- Τελευταία ενημέρωση στις
- Προβολές: 625