Skip to main content

Φάουστ: Μια παράσταση του Εθνικού που μας θύμισε γιατί η κλασική λογοτεχνία αξίζει Ο έρωτας το άλλο μισό που μας συμπληρώνει όταν νιώθουμε αδύναμοι και μόνοι.

Φάουστ: Μια παράσταση του Εθνικού που μας θύμισε γιατί η κλασική λογοτεχνία αξίζει

Ο έρωτας το άλλο μισό που μας συμπληρώνει όταν νιώθουμε αδύναμοι και μόνοι.

 

Κριτική της Αθηνάς Μαλαπάνη

 

            Η δυσκολία που θα συναντήσει ο σύγχρονος αναγνώστης ή/και θεατής του Φάουστ, αυτής της πολύστιχης τραγωδίας του Γερμανού συγγραφέα Γιόχαν Βόλφγκανγκ φον Γκαίτε είναι αφενός η έκταση του έργου και αφετέρου, η πολυπλοκότητα των μηνυμάτων και τα πολλαπλά επίπεδα ανάγνωσης και ερμηνείας που διαθέτει, καθώς κι ένα χιούμορ ιδιαίτερο και αδυσώπητο σε πολλά σημεία του έργου. Ο Άρης Μπινιάρης ωστόσο, σκηνοθέτησε τη χρονιά αυτή στο Εθνικό Θέατρο το πρώτο μέρος της τραγωδίας καταφέρνοντας να μεταφέρει μηνύματα και τροφή για σκέψη και προβληματισμό στον σύγχρονο θεατή σχετικά με τον ενδόμυχο κόσμο μας, τους φόβους, τις φοβίες μας και το ανθρώπινο στοιχείο μας.

            Πρόκειται για μία παράσταση – μιούζικαλ με πολυάριθμους συμβολισμούς που ενεργοποιούν το μυαλό και την κριτική αντιληπτική ικανότητα του θεατή. Αυτός άλλωστε δεν είναι και ο ρόλος της τέχνης; Ο Φάουστ είναι ένας άνθρωπος που αναζητά τον εαυτό του και προσπαθεί να αντιμετωπίσει τα προσωπικά του δαιμόνια μέσα από την ψυχοθεραπεία. Αποφασίζει να συνομιλήσει με τον Διάβολο και να ενδώσει σε σωματικές απολαύσεις και πειρασμούς τόσο του σώματος όσο και του μυαλού. Το απολλώνιο (ψυχοπνευματικό) και το διονυσιακό (σωματικό, σαρκικό, ηδονικό) στοιχείο συγκρούονται και συμφύρονται. Ο Φάουστ συμβολίζει κάθε άνθρωπο που προσπαθεί αφενός να γνωρίσει τον εαυτό του, να αντιμετωπίσει τους φόβους και τις προσωπικές του αγκυλώσεις, αλλά αφετέρου να συγκρατηθεί από τις ηδονές και τις σωματικές απολαύσεις, οι οποίες του προκαλούν ενοχές κάθε φορά που τις βιώνει. Οι πολλαπλοί εαυτοί του, οι σκέψεις που τυραννούν το μυαλό του και η σωματική κούραση από την προσπάθεια καταπίεσης των ηδονών κυριαρχούν σε όλη την παράσταση και αποδίδονται μέσα από ρυθμική απαγγελία των ηθοποιών και σχετική κινησιολογία.

            Ο ρυθμός σε πολλά σημεία της παράστασης γίνεται έντονος και οι φωνές των ηθοποιών αλληλοεπικαλύπτονταν, με αποτέλεσμα να υπάρχει μια δυσκολία κατανόησης, ίσως και μια κούραση του θεατή. Οι χορογραφίες ήταν δύσκολες και ευρηματικές, αλλά απόλυτα ταιριαστές με τα στάδια εξέλιξης της σκέψης και των συναισθημάτων του Φάουστ. Στο ίδιο μήκος κύματος ήταν και τα κοστούμια και τα σκηνικά. Ειδικά η χρήση των προσωπείων αναδεικνύει μια ευρηματικότητα που καλύπτει τις εκφράσεις των ηθοποιών μαρτυρώντας την κυριαρχία του διονυσιακού στοιχείου και την ανάγκη -κάποιες φορές- του ανθρώπου να ενδώσει σε πειρασμούς και να βιώσει αδυναμίες και πάθη.

            Αυτό είναι και το βασικό μήνυμα της παράστασης: οι άνθρωποι προσπαθούμε να προσεγγίσουμε τον θεό, το θείο στοιχείο και να αγγίξουμε την τελειότητα μέσα από τα λάθη, τα πάθη και τις αδυναμίες μας. Μόνο έτσι μπορούμε να φτάσουμε στο θείο ή έστω να βελτιωθούμε, μέσα από τη βίωση των παθών και των αστοχιών μας. Ας αγκαλιάσουμε αυτό το ανθρώπινο στοιχείο, γιατί οι αστοχίες, οι προσωπικοί μας δαίμονες και οι αδυναμίες μας θα μας συντροφεύουν πάντα.

Ο Φάουστ αγκαλιάζει αυτούς τους δαίμονες, τους αναγνωρίζει, τους αποδέχεται και στο τέλος, τους αντιμετωπίζει και απαλλάσσεται από αυτούς. Και φυσικά, σε αυτήν την προσπάθειά του κυρίαρχο ρόλο παίζει ο έρωτας και η στήριξη από το άλλο μισό. Γιατί ο έρωτας αυτό είναι, το άλλο μισό που μας καταλαβαίνει, μας συμπαραστέκεται και μας συμπληρώνει όταν νιώθουμε αδύναμοι και μόνοι.

θέατρο, κριτική_θεάτρου, Φάουστ, Εθνικό_Θέατρο

  • Δημιουργήθηκε στις
  • Τελευταία ενημέρωση στις
  • Προβολές: 27