Νεοελληνική μυθολογία – Αύγουστος Κορτώ
Το λογοτεχνικό πόνημα Νεοελληνική Μυθολογία του νεοανερχόμενου συγγραφέα Αυγούστου Κορτώ, αποτελεί ένα πολύ ενδιαφέρον σατιρικό ανάγνωσμα, που βασίζεται στην αρχαία ελληνική μυθολογία. Το μυθολογικό υλικό σε πολυποίκιλες εκδοχές του αναπλάθεται και αναδημιουργείται από τον συγγραφέα, απόλυτα ενταγμένο στο και εναρμονισμένο με τα νεοελληνικά κοινωνικοπολιτικά δεδομένα και με περίσσιο χιούμορ.
Βασικοί μύθοι της μυθολογίας, οι οποίοι σχετίζονται με την κοσμογονία και τη θεογονία αποτελούν το υλικό λογοτεχνικής ανάπλασης και δημιουργίας του Κορτώ στο νέο του αυτό βιβλίο. Ωστόσο, τα στοιχεία του σημερινού βίου της χώρας συμβάλλουν αποφασιστικά στην ανάπλαση των αρχαιοελληνικών μύθων. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν οι κοινωνικοπολιτικού περιεχομένου αναφορές στην κατάχρηση χρημάτων του δημοσίου (μέσα από επιδόματα και επιχορηγήσεις), οι υπεξαιρέσεις, η δόλια φύση του Έλληνα που μπορεί -αν και κάπως αφελής σε κάποιες περιπτώσεις- να πετυχαίνει τα πάντα -όσο δύσκολα ή ακόμη και ακατόρθωτα κι ας μοιάζουν. Μια λεπτή -πλην σαφής στον εξασκημένο αναγνώστη- κοινωνικοπολιτική αναφορά μπορεί να θεωρηθεί ο πρώτος τίτλος των κεφαλαίων, Παραλάβαμε Χάος, προκειμένου να δείξει την αρχή του κόσμου και να αρχίσει την ανάπλαση των μύθων της κοσμογονίας και κατ’ επέκταση, και της θεογονίας, αφού αυτές οι δύο δημιουργίες ήταν συνυφασμένες στη νοοτροπία του αρχαίου Έλληνα.
Επιπροσθέτως, ιδιαίτερα χιουμοριστική είναι και η ανάπλαση του ερωτικού στοιχείου, η οποία μάλιστα θυμίζει σε μεγάλο βαθμό τη σύγχρονη πραγματικότητα. Ο αγοραίος έρωτα του Δία και η συνακόλουθη ανευθυνότητα που τον χαρακτήριζε, ο επίσης ανεξέλεγκτος έρωτας και τα πολύπλοκα παιχνίδια της Αφροδίτης όπου ενέπλεκε θεούς και θνητούς, η ανώριμη ερωτική συμπεριφορά και του Ηρακλή, η συζυγική ζηλοφθονία της Ήρας, η ομοφυλοφιλία (έστω και υπονοούμενη) αποτελούν μερικά μόνο (τα σημαντικότερα) από τα ερωτικά στοιχεία του έργου.
Ξεχωριστή μνεία αξίζει να γίνει για τον Ηρακλή, στον οποίο ο συγγραφέας αφιερώνει μεγάλο μέρος του έργου του. Ο Ηρακλής χαρακτηρίζεται εξ αρχής ως ο ήρωας για όλες τις δουλειές, καθώς και σύμφωνα με μελετητές της μυθολογίας, ο Ηρακλής ήταν αυτός που «τακτοποίησε» το σύμπαν, δίνοντας στον κόσμο και το φυσικό περιβάλλον και ειδικά, στη μορφολογία του ελλαδικού χώρου τη σημερινή του μορφή. Η υπερπροβολή του σωματικού στοιχείου, της ρώμης και των γενικότερων σωματικών του προσόντων, εν αντιθέσει με το περιορισμένο μυαλό του, προκαλεί το χιούμορ και την ελαφρά -αν και καλοπροαίρετη- ειρωνεία. Ένας χαρακτηριστικός τύπος Έλληνα αναδεικνύεται, ο οποίος δίνει έμφαση στη σωματική διάπλαση και εξάσκηση και όχι τόσο, στην πνευματική του καλλιέργεια και τη χρήση της δύναμης της γνώσης για την επίτευξη των στόχων, αλλά και των συμφερόντων του. Θα μπορούσε ίσως να θεωρηθεί μια σύνδεση με τη σημερινή πολιτική κατάσταση και την αδυναμία του σύγχρονου Έλληνα (πολίτη και πολιτικού) να διαπραγματευτεί και να επιστρατεύσει τη διπλωματία του για την ικανοποίηση των αναγκών και των συμφερόντων του.
Αξιομνημόνευτο στοιχείο της γραφής του Κορτώ που συντελεί στη σύνδεση του αρχαίου κόσμου της φαντασίας με τον σημερινό νεοελληνικό κόσμο της πραγματικότητας αποτελούν και οι παρομοιώσεις, οι οποίες είναι παρμένες από σκηνές της καθημερινής ζωής, που τις αναπλάθει με πολύπλοκο πολλές φορές τρόπο. Γενικότερα, η τριτοπρόσωπη αφήγηση διακόπτεται από διαλόγους μεταξύ των ηρώων, αλλά και από απευθύνεις (αποστροφές) του αφηγητή (που εδώ ταυτίζεται με τον συγγραφέα) προς το κοινό του, δημιουργώντας έτσι μια ατμόσφαιρα οικειότητας. Ο έντονος ανθρωπομορφισμός των θεών συμβάλλει επίσης προς αυτήν την κατεύθυνση, όπως επίσης και τα ετυμολογικά και γλωσσοπλαστικά παιχνίδια με τα ονόματα θεών και ηρώων.
Τέλος, η γλώσσα του συγγραφέα, θεμελιώδες χαρακτηριστικό του, με τον μακροπερίοδο και άρτια δουλεμένο λόγο, προσδίδει αμεσότητα, παραστατικότητα και ζωντάνια στο έργο, αυξάνοντας τη δραματική ένταση όπου και όσο είναι απαραίτητο. Γενικότερα, το έργο είναι καλογραμμένο και μαρτυρεί τη βαθιά μελέτη του συγγραφέα στη μυθολογία, καθώς επίσης και τις ποικίλες εκδοχές των μύθων.
Ολοκληρώνοντας, το πόνημα αυτό αναφέρεται στον ικανότατο ηγέτη Θησέα, τον ιδρυτή της Αθήνας. Η αναφορά και προβολή -αν και με κάπως ειρωνικό τρόπο σε πολλά σημεία- των κατορθωμάτων του είναι αξιοσημείωτη και μάλιστα, χαρακτηριστικό είναι και το τέλος του κεφαλαίου και του βιβλίου. Η αναφορά στην πολυπολιτισμική περιοχή της Αθήνας που φέρει (έστω και λόγω λάθους!) το όνομά του -το Θησείο- αποτελεί μια μνεία στην πολυπολιτισμική και πολυποίκιλη κοινωνία μας, αλλά και στο ερωτικό στοιχείο που αναπόφευκτα κυριαρχεί, καθώς ο αφηγητής εξυψώνει τον έρωτα στην αρχαία σπουδαιότητά του, δηλαδή ως δημιουργό και ζωοποιό δύναμη των πάντων.
_
γράφει η Αθηνά Μαλαπάνη