Skip to main content

Μυθιστόρημα καθρέφτης της ανθρώπινης ψυχής: Κατερίνα του Αύγουστου Κορτώ

Το Βιβλίο της Κατερίνας αποτελεί ένα μυθιστόρημα του Αύγουστου Κορτώ, βασισμένο σε πραγματικά γεγονότα, καθώς το υλικό του συγγραφέα είναι ο βίος της μητέρας του, Κατερίνας, και η τριάντα πέντε ετών μάχη της με τη μανιοκατάθλιψη. Πρόκειται λοιπόν, για ένα έργο με βιογραφικό και ως έναν βαθμό και αυτοβιογραφικό χαρακτήρα, καθόσον ο αφηγητής (ο οποίος ταυτίζεται με τον συγγραφέα) προβάλλει τη μητέρα, τη βασική ηρωίδα του, μέσα από τη δική του οπτική γωνία. Έτσι, οι ενδιαφέρουσες εναλλαγές της αφήγησης και της οπτικής αποτελούν το βασικό στοιχείο αυτού του κειμένου, μέσα από το οποίο αναλύονται και εξηγούνται πολλές άλλες πτυχές του έργου συνολικά, με έμφαση φυσικά στην Κατερίνα. Βασική τεχνική που υιοθετείται είναι η αναδρομική αφήγηση. Η δυναμική ιστορία της Κατερίνας ξεκινά με αφηγήτρια την ίδια από το δραματικό της τέλος. Η ηρωίδα ξεκινά απότομα (τεχνική in medias res) από την εύρεση του νεκρού της σώματος από τον γιο της. Ήδη εξ αρχής λοιπόν, προβάλλονται οι δύο βασικοί άξονες της αφήγησης, η Κατερίνα και ο γιος της, ο δημιουργός ουσιαστικά της ιστορίας της. Η αφήγηση είναι πρωτοπρόσωπη, καθώς η Κατερίνα είναι μια ομοδιηγητική και αυτοδιηγητική αφηγήτρια και το έργο βρίθει από αυτοβιογραφικά στοιχεία. Ωστόσο, δεν πρέπει να θεωρηθεί απλώς μια αφήγηση της ιστορίας της πολυτάραχης και πολύπαθης ζωής της. Πίσω από την Κατερίνα αφηγήτρια υπολανθάνει ένας άλλο αφηγητής που την κατευθύνει και θα μπορούσε ενδεχομένως να ταυτιστεί με τον ίδιο τον δημιουργό του βιβλίου. Έτσι, οι εναλλαγές των αφηγηματικών γωνιών, καθώς και η εστίαση (άλλοτε εσωτερική, από την πλευρά της Κατερίνας που αποτελεί τη βασική ηρωίδα του έργου, κι άλλοτε από την πλευρά του αφηγητή-δημιουργού) συμφύρονται, αποδεικνύοντας τη μαεστρία του συγγραφέα, αλλά και το βάθος της αφήγησης. Η ιστορία της Κατερίνας ξετυλίγεται από την αρχή της ζωής της. Η αναφορά στην εύρεση του νεκρού σώματός της κατόπιν της αυτοχειρίας της διακόπτεται για να εφαρμοστεί η τεχνική της αναδρομικής αφήγησης (flash–back), με την οποία μεταφερόμαστε στην αρχή της ζωής της. Ο συγγραφέας βάζει την Κατερίνα να αφηγείται την ιστορία όλης της οικογένειάς της αναλύοντας τον χαρακτήρα του κάθε συγγενή-προσώπου του έργου. Η τεχνική αυτή είναι πολύ εύστοχη, διότι παρουσιάζεται όλο το υπόβαθρο της οικογένειας της ηρωίδας και εξηγείται ο λόγος (ή καλύτερα οι λόγοι) της ψυχασθένειάς της. Ωστόσο, και η αναφορά στην οικογένεια του συζύγου της ηρωίδας, του Τάσου, με τη σχιζοφρενή μητέρα και την εγγενή του ανάγκη να την φροντίζει συνεχώς, αποδεικνύει τη βαθιά μελέτη του συγγραφέα στους λόγους που συντελούν στη διαιώνιση μιας προβληματικής κατάσταση μέσα από την οικογένεια. Η εξοικείωση του Τάσου με τις ψυχικές διαταραχές και η ανάγκη, αλλά και ικανότητά του να προσφέρει βοήθεια σε ψυχικά νοσούντα άτομα αποδεικνύει πώς άθελά του επέλεξε τη σύζυγό του. Να σημειωθεί ότι το κεφάλαιο αυτό («Σχιζοφρενής ετών 39», σσ. 99-102) είναι γραμμένο με εξαιρετική μαεστρία∙ ο συγγραφέας με το στόμα της αφηγήτριάς του παρουσιάζει την ταυτότητα του Τάσου μέσα από τη σχέση και την προσφορά του στην οικογένειά του και ειδικά, στην ψυχασθενή μητέρα του, ενώ το όνομά του και η ιδιότητά του (ως συζύγου της Κατερίνας) αποκαλύπτονται στη συνέχεια και μάλιστα, με την τρυφερή προσφώνηση Τασούλη μου και την τραγική διαπίστωση της Κατερίνας (και του ίδιου του συγγραφέα) ότι η ψυχασθένεια αποτελούσε πληγή της οικογένειας και οι ίδιοι ήταν θύματά της ασυνείδητα, έστω και με διαφορετικό τρόπο ο καθένας. Το ζωτικότερο κομμάτι του βιβλίου όμως ξεκινά με τη γέννηση του Πέτρου, ένα σχεδόν βουβό πρόσωπο, που όμως διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο, καθώς κινεί τα νήματα της ιστορίας ως δημιουργός της. Άλλωστε, ο συγγραφέας λαμβάνει και τον ρόλο του αφηγητή, λειτουργώντας θα λέγαμε ως το alter ego της Κατερίνας. Μέσα από τη βαθιά και εσωτερική επικοινωνία με την ηρωίδα του προσπαθεί να κατανοήσει τον βαθύ και περίπλοκο ψυχισμό της, αλλά και τον δικό του και να εξηγήσει την ασθένειά της. Ουσιαστικά, η περιγραφή της σχέσης της Κατερίνας με τον Πέτρο αποτελεί μια προβολή της εικόνας που ο ίδιος ο αφηγητής – συγγραφέας είχε πλάσει γι’ αυτήν. Εδώ ακριβώς έγκειται και η υποκειμενικότητα και αληθοφάνεια της ηρωίδας ειδικά, αλλά και του έργου γενικά, καθώς πρόκειται για ένα ρεαλιστικό δημιούργημα με κάποιες πινελιές νατουραλισμού σε ορισμένες περιπτώσεις. Η αυτονομία της ηρωίδας εδώ λοιπόν, δεν είναι απόλυτη, καθώς πλέον ο συγγραφέας αναδεικνύει μέσα από την περιγραφή των συναισθημάτων και των σκέψεών της, αλλά και την αφήγηση των ενεργειών της τις δικές του απόψεις για τον τρόπο που αντιλαμβανόταν τη σχέση τους η μητέρα του. Το προσωπικό στίγμα του Κορτώ εδώ είναι υπαρκτό, αλλά συνυφαίνεται τόσο επιδέξια μέσα στην αφήγηση με τη δυναμική προσωπικότητα της Κατερίνας, με αποτέλεσμα να είναι δύσκολα διακριτό και αντιληπτό από τον αναγνώστη. Η Κατερίνα εκθέτει διεξοδικά τους βασικούς σταθμούς της ανατροφής του Πέτρου. Το προσωπικό της ημερολόγιο την βοηθά στην ανάκληση των συναισθημάτων και εμπειριών της. Έτσι, η αναφορά στην ύπαρξη ενός ημερολογίου της πρωταγωνίστριας («Αγαπημένου ημερολόγια», σσ. 143-51) επιτείνει κατ’ αρχήν την αληθοφάνεια του έργου, αλλά αποτελεί κι ένα δέλεαρ για τον αναγνώστη στην προσπάθειά του να συλλάβει το βάθος του κειμένου. Δεν σημαίνει ότι το ημερολόγιο παρουσίαζε όλες τις απαιτούμενες πληροφορίες ούτε ότι αξιοποιείται σε ολόκληρη την έκτασή του από τον συγγραφέα∙ μπορεί να μην υπήρχε καν και η αναφορά του να αποτελεί ένα στοιχείο αληθοφάνειας ή προσπάθειας προσέγγισης της ηρωίδας∙ ανεξάρτητα από την ύπαρξή του ή μη όμως, το ημερολόγιο σηματοδοτεί μια ιστορία μέσα στην ίδια την ιστορία, ένα είδος εγκιβωτισμένης αφήγησης, στην οποία ο συγγραφέας μπορεί να βάζει την Κατερίνα να υιοθετεί μια διαφορετική στάση απέναντι στη ζωή της, άρα να μεταβάλλει την οπτική της γωνία. Γίνεται αντιληπτή λοιπόν, η ποικιλότητα των οπτικών γωνιών προσέγγισης της ηρωίδας και της ανατροφής του παιδιού της, που αποτελούσε το κέντρο της ύπαρξής της οδηγώντας την σε μια σχεδόν παράφορη και παρανοϊκή αγάπη, που την έκανε να νιώθει δυνατή να αντιμετωπίσει την κατάθλιψη. Μάλιστα, το μοτίβο του ημερολογίου και της εγκιβωτισμένης αφήγησης εφαρμόζεται και στην παρεμβαλλόμενη ιστορία της κυρίας Ραχήλ, της μοναδικής φίλης της μητέρα της Κατερίνας. Η αφήγηση αυτή πέρα από τον εμπλουτισμό των αφηγηματικών τεχνικών, φανερώνει και μια αλήθεια της οικογένειας, ότι δηλαδή η μητέρα της ηρωίδας ήταν εβραϊκής καταγωγής, ένα φοβερό κοινωνικό στίγμα της εποχής. Εντούτοις, η ζωή αυτής της γυναίκας συνδέεται με την Κατερίνα, αν και φαινομενικά ασύνδετη, καθώς νιώθει ενοχές που η ίδια δεν μπορεί να νιώσει ευχαριστημένη με ό,τι έχει, ενώ η οικογενειακή τους φίλη ήταν πάντα ικανοποιημένη και χαρούμενη παρά τις απάνθρωπες εμπειρίες της ζωής της. Στην επιδείνωση της ψυχικής ασθένειας της ηρωίδας συντελεί και η αποτυχία απόκτησης ενός δεύτερου παιδιού. Ο θάνατος της Ζωής, ένα δραματικό contrast της συνολικής αφήγησης (Η κόρη μας, η Ζωή μας, είναι νεκρή), οδηγεί σε μια ψυχρότητα τη σχέση της τόσο με τον γιο της όσο και με τον σύζυγό της. Εντούτοις, ενώ η ψυχρότητα προς τον άντρα της θα εξακολουθήσει, η υπερπροστατευτικότητα στον γιο της θα επανέλθει και μάλιστα, σε μεγαλύτερο βαθμό, καθώς θα αποτελεί το μόνο στήριγμά της και μέσο να ηρεμήσει τις τύψεις της για την ευθύνη που πίστευε ότι έφερε στην απώλεια του εμβρύου. Όπως η ίδια χαρακτηριστικά δηλώνει (μέσα από την πένα του συγγραφέα), ο φόνος της αγέννητης κόρης της θα είναι ο καθημερινός της δήμιος, θα την στοιχειώσει και θα συμβάλει στην αυτοκαταστροφή της. Η Κατερίνα αποστασιοποιείται λίγο από τον πρωταγωνιστικό ρόλο της αφήγησης με την μεταμόρφωση του γιου της, όπως δηλώνεται στο ομώνυμο κεφάλαιο του βιβλίου («Η Μεταμόρφωση», σσ. 216-18). Η μεταστροφή του ήρωα σε συγγραφέα του δίνει έναν ενεργητικότερο ρόλο, καθώς αποκαλύπτει και την ταυτότητα του συγγραφέα του έργου. Εντούτοις, και πάλι ο Κορτώ θα παίξει με τις οπτικές γωνίες∙ η αλλαγή του ονόματός του (Όχι ο Πέτρος, δηλαδή. Ο Αύγουστος, σ. 223), το καλλιτεχνικό του ψευδώνυμο, θα τον βοηθήσει να κρυφτεί και να προβάλει τα γεγονότα όπως ο ίδιος θέλει. Ο Αύγουστος δεν αναφέρεται στην αιτία της αλλαγής της επαγγελματικής του προοπτικής ρητά και άμεσα. Όλα εκφράζονται εύλογα μέσα από την παράθεση μιας μετάφρασής του ενός ποιήματος του Φίλιπ Λάρκιν. Η κατάθλιψη, κληρονομιά της μάνας του ακριβή κι απαίσια, βρίσκει τον ήρωα-αφηγητή-συγγραφέα. Ο δημιουργός λοιπόν, αποτελεί μια αντανάκλαση της μητέρα του, αλλά καταφεύγει στη λογοτεχνία για να θεραπευτεί από τα συναισθήματά του που τον καταρρακώνουν. Πλέον, έχει αποκαλυφθεί η «πλεκτάνη» των οπτικών γωνιών του μυθιστορήματος. Ο Κορτώ είναι ο Πέτρος, ο γιος της Κατερίνας, ο συγγραφέας και αφηγητής της ιστορίας της ζωής της μητέρας του, που αποτελεί τον άλλον του εαυτό, μια εναλλακτική εκδοχή του. Εντούτοις, και η Κατερίνα υπάρχει και αποτελεί τον βασικό πυλώνα της αφήγησης∙ όμως, πλάθεται και προβάλλεται μέσα από τα μάτια του Κορτώ, του γιου της, ο οποίος προβάλλει γενικώς τη συνολική εικόνα της οικογένειάς του και προσπαθεί να ερμηνεύσει άλλοτε εμπειρικά άλλοτε επιστημονικά – ιατρικά την κατάθλιψη της μητέρας του, αλλά και τη δική του. Έτσι, αυτό το δημιούργημα αποτελεί μια κατάθεση ψυχής. Αυτό το βιβλίο δεν έχει σκοπό να πληγώσει κανέναν, εκτός από αυτούς που θα το διαβάσουν (σ. 226). Αυτό το βιβλίο με διαλύει. Αυτό το βιβλίο έχει σκοπό να με διαλύσει, να με κάνει κομμάτια. Μέσα στα κομμάτια του είμαι (σ. 227). Με αυτά τα λόγια της Κατερίνας και του συγγραφέα-γιου, πλέον οι δυο τους ταυτίζονται, αναδεικνύεται η αλήθεια του μυθιστορήματος. Το βιβλίο αυτό αποδομεί την Κατερίνα, αλλά και τον Πέτρο για να τους δομήσει από την αρχή. Μέσα στις λέξεις ενυπάρχει κάποιο μέρος της αλήθειας των ηρώων, αλλά όχι ολόκληρη. Δεν θα μπορούσε άλλωστε∙ και αυτό είναι το σωστό. Εμείς οι αναγνώστες να μη μάθουμε την πλήρη αλήθεια, αλλά ψήγματά της ούτως ώστε να πληγωθούμε, να σκεφτούμε, να προβληματιστούμε και τελικά, να γιατρευτούμε, να βρούμε την κάθαρση μέσα από τη δική μας ανάλυση ψυχής και τον προσωπικό μας προβληματισμό. _ γράφει η Αθηνά Μαλαπάνη, MA in Classics